Το τέλος
Το τέλος Γέρασε η Αργυρώ, ως είναι φυσικό και πρέπον στους ανθρώπους. Ποτέ δεν ήταν όμορφη για να μπορεί κάποιος να τραγουδήσει τα ρόδα της θωριάς της που μαράθηκαν. Ποτέ δεν ήταν γελαστή για να της λένε ότι τα γεράματα φέραν τη γκρίνια. Πάντα τσιγκούνα κι άπονη, πάντοτε στερημένη. Γεννήθηκε σε φτωχή μα τίμια φαμελιά από αυτές που κρατάνε πάντα καθαρό το μέτωπο και άδεια ην κοιλιά. Τέταρτο ζωντανό παιδί από τα δεκατρία που γέννησε η μάνα της, μα που δε φτούρησαν στη ζωή. Πόλεμοι, μιζέρια, φτώχεια, δυστυχία, ο πατέρας στο καπηλιό η μάνα στο χωράφι, ο πατέρας στο καφενείο η μάνα στην κουζίνα, ο πατέρας στον πόλεμο η μάνα στα βουνά. Έτσι ήταν τα παλιά εκείνα χρόνια που ο άντρας ήταν αφέντης και η γυναίκα, γυναίκα κι άντρας μαζί. Παντρεύτηκε μεγάλη στα τριάντα της, αφού μερόνυχτα ύφανε ολάκερο δωμάτιο με προικιά κι αφού της γράφτηκαν το καλύβι τους στο χωριό μετά το θάνατο και της τελευταίας αδελφής της. Τ’ άλλα της δύο αδέλφια τα’ α...