Περί ανέμων και υδάτων
Περί ανέμων και υδάτων «Περί ανέμων και υδάτων» λοιπόν. Γιατί όχι; Όπως κάθεσαι στην ακροθαλασσιά με το μπουρίνι ν’ ανακατεύει τα μαλλιά του πελάγου, γυμνή με το στήθος προτεταμένο στην ανατριχίλα τ’ ουρανού και τα κύματα να καλπάζουν απειλητικά, τ’ αυτιά σου να βουίζουν και να ορθώνεσαι ν’ αντιπαλέψεις με τη ζωή που ανταριάζεται σαν την ψυχή σου. Δίνεις μια και βουτάς στ’ αφρισμένα βράχια, αφήνεις τ’ ακροδάχτυλα της θάλασσας να σου μαλάζουν το κορμί. -Σε ξέρω, της λες. Σ’ αγαπάω, κι εκείνη σ’ αγκαλιάζει, χώνεσαι ξανά στη ζεστή της μήτρα, γίνεσαι ένα με τον ουρανό και τον αέρα, αφήνεσαι φτερό στον άνεμο και φύκι ξεμαλλιασμένο απ’ την οργή της, που τώρα το πιπιλά στιφόγλυκο μέχρι που το φτύνει στη στεριά. Αφήνεσαι στα χέρια της, στην πρωτεϊκή της δύναμη και μια σ’ ανεβάζει μέχρι ν’ αγγίξεις το γκαστρωμένο βροχή ουρανό και πότε σε βουλιάζει στον κόλπο της κι ο κόσμος χάνεται κι όλα γίνονται ασήμαντα. Ίσα που προλαβαίνεις να δεις γυμνά τα σπλάχνα της τη στιγμή που...