Γεννεά της απωλείας

Γεννεά της απωλείας
 Συνηθίζαμε να καυχιόμαστε ότι είμαστε η γενιά που δε γνώρισε πόλεμο, η γενιά που κατάκτησε κάποια προνόμια, η γενιά που πρόσφερε στα παιδιά περισσότερα από όσα έλαβε από τους γονείς της. Και ήλθε η οικονομική κρίση και όλα κατέρρευσαν με πάταγο και γίναμε η γενιά της μεγάλης απώλειας.
Γεννηθήκαμε στο τέλος του εμφύλιου κάτω από δύσκολες συνθήκες, όπου όμως υπήρχε μια ομόνοια. Δεν είχαμε γνωρίσει το καλύτερο, κανείς δεν ήταν προνομιούχος, αγοράζαμε παπούτσια Χριστούγεννα και Πάσχα και μεταποιούσαμε τα ρούχα των μεγαλύτερων, η ποδιά ισοπέδωνε τις ανισότητες, τα δημόσια ήταν τα καλά σχολεία, στη μεγάλη πλειοψηφία των ιδιωτικών πήγαιναν οι μπουμπούνες, ταξιδεύαμε με πούλμαν και περιορισμένο συνάλλαγμα. Σιγά σιγά στην αρχή και ταχύτατα αργότερα υιοθετήσαμε τις καταναλωτικές συνήθειες της Δύσης, αλλά σαν γνήσιοι έλληνες εξακολουθούσαμε να ξοδεύουμε για τα παιδιά όσα για μας τσιγκουνευόμαστε. Φροντίσαμε τα παιδιά μας να καλοσπουδάσουν και μετά με μεταπτυχιακά στο εξωτερικό, δεν πετάξαμε τους γονείς μας σε άσπλαχνους οίκους ευγηρίας, (με τη συνδρομή αλλοδαπών οικιακών βοηθών προσπαθήσαμε να τους κρατήσουμε στο σπίτι) ελπίζαμε με τη σύνταξη να μην είμαστε βάρος στα παιδιά μας και να δώσουμε κάτι και στον εαυτό μας.
Και ήλθε η οικονομική κρίση και όλα διαλύθηκαν.
Τα πολυσπουδαγμένα μας παιδιά επέστρεψαν στο σπίτι άνεργα, με περιστασιακό μισθό πείνας ή μετανάστευσαν και αφού κάναμε ηρωική έξοδο από τη δουλειά κατά τις επιταγές των κρατούντων, βρεθήκαμε με κουτσουρεμένες συντάξεις να παλεύουμε να περισώσουμε από τις εφορίες και τις τράπεζες όσα με τόσο κόπο οικοδομήσαμε. Τα παιδιά μας αργούν να κάνουν παιδιά και με τα εξοντωτικά ωράρια και τους χαμηλούς μισθούς των γονιών, είμαστε αναγκασμένοι σε μεγάλη ηλικία όχι απλώς να λέμε παραμύθια και να πηγαίνουμε στην παιδική χαρά αλλά να γίνουμε οι άμισθοι ολοήμεροι οικιακοί βοηθοί και μπέιμπι σίτερ για τα εγγόνια μας.  
Το "Υπάρχουν και χειρότερα" έγινε η παρηγοριά μας και συμπυκνώνουμε τις ανέσεις μας στα στοιχειώδη μετρώντας το υπόλοιπο του βίου μας. Το χειρότερο. Οι παλιότερες γενιές είχαν κάποιο αποθησαύρισμα σοφίας να συμβουλεύσουν τους επόμενους. Εμείς αν και παλέψαμε τους Κύκλωπες και τις Συμπληγάδες, αν και κλείσαμε τα αυτιά μας στις σειρήνες του καταναλωτισμού χάσαμε την Ιθάκη από το μαγικό χάρτη της Οδύσσειάς μας. Αλωθήκαμε για ένα πουκάμισο αδειανό, για μιαν ανύπαρκτη Ελένη. Και μεις μοιραία μένουμε τυφλοί τα τε ώτα, τον τε νουν, τα τε όμματα μέχρι το τέλος της τραγωδίας. 
Μαρία Αρβανίτη Σωτηροπούλου

Σχόλια

  1. Νικος Φαραζης Καλημερα Μαρία. Σήμερα φαίνεται σα να παίζουμε στο παιχνίδι αδρανοποιημένοι ...

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ο γιος σου στο Ναυτικό

Ο Τηλέμαχος από τη Δίβρη δεν έφυγε ποτέ

Τα Λουβιάρικα της Σαντορίνης