Χριστούγεννα παντός καιρού
Τα Χριστούγεννα κατά τα παιδικά μου χρόνια δεν ήταν μια εντυπωσιακή εκκλησιαστικά γιορτή, όπως το Πάσχα, που με το θεατρικό του τελετουργικό μας απασχολούσε όλη τη Μεγαλοβδομάδα. Είχαν μια γεύση απογοήτευσης, αφού όλα τα τραγούδια και τα παραμύθια μιλούσαν για χιόνια, που εμείς δε βλέπαμε ποτέ. Το γεγονός ότι και στην Παλαιστίνη οι ίδιες κλιματολογικές συνθήκες επικρατούν δεν τονιζόταν αρκετά και προ τηλεοράσεως δε είχαμε εξοικειωθεί με τα Χριστούγεννα σε πλαζ του Νότιου ημισφαιρίου. Τα Χριστουγεννιάτικα έθιμα, το δένδρο, τα γλυκά, είχαν σχέση κυρίως με τον Άγιο Βασίλη και τα δώρα της Πρωτοχρονιάς και όχι με το βάρβαρο ξύπνημα από τις 5 το πρωί για να πάμε νυσταγμένοι στη μακρόσυρτη λειτουργία. Εννοείται ότι το Χριστουγεννιάτικο ρεβεγιόν δεν είχε θέση στην ορθόδοξη οικογένεια, που νήστευε και το λάδι τουλάχιστον την τελευταία βδομάδα.
Οι αναμνήσεις μου για την ημέρα των Χριστουγέννων γίνονται ευχάριστες από το 1964, όταν εγκατασταθήκαμε στον Πειραιά. Τότε για πρώτη φορά ανακάλυψα τους στολισμένους δρόμους και τις βιτρίνες, ενώ την παραμονή το σπίτι πλημμύριζε χριστουγεννιάτικες μελωδίες από το ραδιόφωνο και η ημέρα αποκτούσε ένα ιδιαίτερο τελετουργικό, που διατηρήθηκε για αρκετά χρόνια.
Ξεκινούσαμε χαράματα με την λειτουργία στην εκκλησία (αργότερα που μπήκαν και οι χορωδίες στους ναούς είχαμε και κάποιες ψαλτικές επιλογές) και επιστρέφοντας τρώγαμε πλούσιο πρωινό (κάτι ασυνήθιστο για τις καθημερινές) με τυριά, αυγά τηγανητά και πηχτή (που η μαμά μου έφτιαχνε οπωσδήποτε τα Χριστούγεννα). Μαζί μας επέστρεφε από τη λειτουργία κι ένας θρησκόληπτος θείος που βλέποντας το γεμάτο τραπέζι άρχιζε να μας επιπλήττει σαν κοιλιόδουλους και τέκνα της απωλείας, κι αμέσως μετά ρωτούσε αν το αυγό του ήταν ακόμη ζεστό από το κοτέτσι, που είχε μαζί μας μετακομίσει στην χωμάτινη ακόμη αυλή του παλιού αστικού σπιτιού μας. Έπειτα η μαμά και η κοπέλα που ακόμη είχαμε για βοηθό καταπιανόντουσαν με την προετοιμασία του γιορταστικού τραπεζιού, ενώ η αδελφή μου κι εγώ, ντυμένες γιορτινά, με απαραιτήτως καινούρια λουστρίνια δραπετεύαμε με τον μπαμπά.
Το παράξενο για τον αυστηρά ορθόδοξο πατέρα μου (κάτι που δεν το έκανε στο περιορισμένο και στοχοποιούμενο περιβάλλον της Σύρου) είναι ότι κάθε Χριστούγεννα στην Αττική ανεβαίναμε το πρωί με τον ηλεκτρικό περιδιαβαίνοντας την άδεια γιορταστική Αθήνα μέχρι την Καθολική Μητρόπολη, όπου βλέπαμε τη Φάτνη, που ήταν πάντα εντυπωσιακή και ακούγαμε Χριστουγεννιάτικες μελωδίες (οι καθολικοί πάντα διευκόλυναν τους πιστούς κάνοντας κάθε Κυριακή και γιορτή, λειτουργίες με ωράριο).
Έτσι για μένα τα Χριστούγεννα είναι μια γιορτή που με στρέφει προς τη Δύση και ευρωπαϊκή παράδοση, ενώ το Πάσχα είναι ελληνοκεντρικό.
Έζησα όμορφα γιορτινά Χριστούγεννα με την οικογένειά μου να μεγαλώνει, έζησα και Χριστούγεννα εξωτικά -όταν τα παιδιά μεγάλωσαν- και ο χειμώνας με βάραινε τόσο. που οι Χριστουγεννιάτικες διακοπές σε καλοκαιρινούς προορισμούς ήταν η μόνη επιλογή.
Έζησα Χριστούγεννα νοσηλευόμενη σε θάλαμο νοσοκομείου, όπου τα κάλαντα των παιδιών μ’ έκαναν να κλαίω. Έζησα Χριστούγεννα κοντά σε ανθρώπους ετοιμοθάνατους κι ένιωσα την απελπισία, που δε γιατρεύεται με στολίδια και ευχές. Έζησα Χριστούγεννα με τη σκέψη σε πολέμους που συνεχίζουν να μαίνονται. Ευτυχώς ΔΕΝ έζησα όπως οι γονείς μου τα Χριστούγεννα του πολέμου και του λιμού της Κατοχής. Δυστυχώς τα Χριστούγεννα της συμφιλίωσης του Α Παγκοσμίου πολέμου συντρίφτηκαν από την παντοκρατορία του ολέθρου.
Φέτος λόγω Πανδημίας COVID οι εκκλησιές λειτούργησαν όπως τα σούπερ μάρκετ με καθορισμένο αριθμό προσέλευσης, πιστών αν και κατά τα τελευταία χρόνια μόνο οι φανατικά θρησκευόμενοι πήγαιναν στη Χριστουγεννιάτικη λειτουργία. Oι περισσότεροι κατά δήλωσιν ΧΟ, αυτοί που το Πάσχα ξεχειλίζουν τους περιβόλους των εκκλησιών για να πάρουν το φως και με το Χριστός Ανέστη να τρέξουν για τη μαγειρίτσα, την ώρα της λειτουργίας επέστρεφαν από τα ρεβεγιόν, για τα οποία συναγωνίζονταν φανατικά και τα τηλεοπτικά κανάλια με τα εποχιακά αστέρια της εκάστοτε σόου μπίζνες.
Τα Χριστούγεννα παραμένουν παγκόσμια γιορτή συμφιλίωσης και ελπίδας. Είναι σημαντικό γιατί άσχετα από θρησκεία και γεωγραφική κατανομή, όλη η ανθρωπότητα αυτή την εποχή του χρόνου σκύβει με συγκίνηση στο λίκνο ενός νεογέννητου μετανάστη κι επαναλαμβάνει μιαν ιστορία αγάπης και ελπίδας για την αναγέννηση του Θεού στην ψυχή κάθε ανθρώπου. Για όσο διάστημα η Γη μας ανέχεται, όσο υπάρχουν άνθρωποι τα Χριστούγεννα θα επιβιώνουν μεταλλασσόμενα σα γιορτή ειρήνης και αγάπης. Το «Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί Γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία» δυστυχώς θα παραμένει το αιωνίως ζητούμενο.
Μαρία Αρβανίτη Σωτηροπούλου
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου