200 χρόνια από το θάνατο του Μπάιρον. Τιμητική εκδήλωση από την «Εταιρεία Κυκλαδικών Μελετών»
Μπάιρον
Από την βασανισμένη αναζήτηση της ποίησης στην ενσάρκωση της επανάστασης
Ομιλία για την «Εταιρεία Κυκλαδικών Μελετών» στο χώρο του Συνδέσμου Συριανών στην Αθήνα
Κάθε μελετητής της Ιστορίας γρήγορα
αντιλαμβάνεται ότι ο κόσμος δεν είναι ασπρόμαυρος, η αλήθεια έχει πολλά πρόσωπα
και τίποτε δεν είναι δίκαιο σε ένα περιβάλλον, όπου ο μύθος κατασκευάζει τα
σύμβολα συχνά με μεγαλύτερη επιτυχία απ’ όσο θα επιθυμούσαν οι νικητές κάθε
πολέμου.
Κανένας
άνθρωπος δεν είναι απόλυτα καλός ή κακός. Όλοι παλεύουμε να διαμορφώσουμε σε
συγκεκριμένο χρόνο και τόπο το τυχαίο μείγμα των γονιδιακών μας καταβολών και των
περιβαλλοντολογικών μας επιρροών σε αυτό που αναγνωρίζουμε σαν τον εαυτό μας.
Από κει κι έπειτα κάποιους τους αγγίζει η Μοίρα την ύστατη στιγμή και τους
μεταμορφώνει σε είδωλα.
Ο Λόρδος Μπάιρον αποτελεί ακριβώς μια τέτοια περίπτωση. Γεννημένος χωλός (στη δεξιά κνήμη) στο Λονδίνο στις 22 Ιανουαρίου 1788 με πατέρα τον "Τρελό
Τζακ" Μπάυρον πλοίαρχο του Βασιλικού Ναυτικού και μητέρα τη δεύτερη σύζυγό
του, ιδιόρρυθμη αριστοκράτισσα Κάθριν Γκόρντον δεν φαινόνταν ευνοημένος από τη
μοίρα. Οι γονείς του είχαν χωρίσει πριν καν εκείνος γεννηθεί. Ο μεν πατέρας του
είχε διαφύγει στη Γαλλία λόγω χρεών, η δε μητέρα του, προσπαθώντας να αποφύγει
τους πιστωτές, συνόδευσε αρχικά τον σύζυγό της στη Γαλλία, αλλά επέστρεψε στην
Αγγλία στα τέλη του 1787, για να γεννήσει τον γιο της σε αγγλικό έδαφος κι ενώ
είχε ήδη ξοδέψει μεγάλο μέρος της δικής της περιουσίας για την αποπληρωμή των
χρεών του συζύγου της. Έτσι τα παιδικά χρόνια ο Λόρδος Μπάυρον διέμενε με τη
μητέρα του στο Αμπερντίν της Σκωτίας, μάλλον φτωχικά, όπου και έμαθε και τα πρώτα του
γράμματα.
Η τύχη του όμως άλλαξε στις 19 Μαΐου 1798 όταν
σε ηλικία 10 χρόνων ο αδελφός του παππού του, από τον πατέρα του, Ουίλλιαμ Μπάιρον,
γνωστός ως «ο Μοχθηρός Λόρδος» πέθανε κι έτσι σαν πρώτος στη σειρά
διαδοχής, κληρονόμησε τον τίτλο και την περιουσία του Βαρόνου Μπάιρον.
Χωρίς
πατρικό πρότυπο, με μια ψυχολογικά ασταθή μητέρα, η οποία ανέθεσε την ανατροφή
του σε μια γκουβερνάντα που τον κακοποιούσε, αντιμετωπίζοντας από νωρίς κοινωνικό
ρατσισμό λόγω της αναπηρίας του ήταν φυσικό να εξελιχθεί σε ανυπότακτο αντιεξουσιαστή,
που προκαλούσε με τα λόγια και τις πράξεις του την υποκρισία της ηθικής της
αγγλικής και όχι μόνο κοινωνίας.
Έτσι
ήδη από την ηλικία των 17 ετών τα πρώτα του ερωτικά ποιήματα σκανδάλισαν, ενώ η
υπεράσπιση της λογοτεχνικής του επάρκειας από τον ίδιo με σατυρικά κείμενα προκάλεσε
θύελλα αντιδράσεων μέχρι και μονομαχίες. Η σπάταλη και σκανδαλώδης ζωή τον έσπρωξε να
ξεκινήσει την μεγάλη Ευρωπαϊκή περιοδεία του σε διάφορες χώρες της Ευρώπης, όπως
έκαναν εκείνη την εποχή οι νεαροί Άγγλοι ευγενείς μετά την ενηλικίωση τους.
Το πρώτο του ταξίδι στη μαγική Ανατολή το 1908 και η
φιλοξενία του από τον Αλή Πασά στα Γιάννενα καρποφόρησαν την πρώτη πετυχημένη
του ποιητική συλλογή «Το προσκύνημα του Τσάιλντ Χάρολντ» που εκδόθηκε το 1912
και τον μεταμόρφωσε αιφνίδια σε διασημότητα. Κατά τη διάρκεια αυτού του
ταξιδιού έμεινε 3 μήνες στην Αθήνα, όπου επισκέφθηκε τις ιστορικές τοποθεσίες
της Αττικής, ενώ παράλληλα ερωτεύτηκε την 12χρονη κόρη του Άγγλου
προξένου Προκόπιου Μακρή, Τερέζα, στην οποία αφιέρωσε και το ποίημά του «Κόρη
των Αθηνών».
Η επίσκεψή
του στην Ακρόπολη των Αθηνών, όπου είδε τις γυμνές μετόπες το 1809 και κυρίως η
σύμπτωση του ταξιδιού της επιστροφής του μέσω Μάλτας με το ίδιο πλοίο που
μετέφερε τα κλοπιμαία του Έλγιν, τον
ανάγκασε ήδη από το 1810 να υψώσει
οργισμένη φωνή κατά του Έλγιν για τη λεηλασία του Παρθενώνα, κυρίως μέσα από το
ποίημα «Η Κατάρα της Αθηνάς» το οποίο εμείς οι Έλληνες πρόσφατα ανακαλύψαμε
στην προσπάθεια της επιστροφής των Μαρμάρων.
Το 1813 εκδίδει τις 5 Ανατολίτικες ιστορίες όπου ο
Γκιαούρης αρχίζει με μια φλογερή επίκληση στην
Ελλάδα, το άλλοτε λίκνο της ελευθερίας, και έναν θρήνο για την παλιά δόξα των
Ελλήνων. Λίγα χρόνια πριν την έναρξη του αγώνα ενάντια στην τουρκική κατοχή,
αναλογίζεται γιατί οι Έλληνες δεν προσπαθούν να επαναστατήσουν ενάντια στον Οθωμανό κατακτητή αλλά υποφέρουν ακόμη τη
σκλαβιά. Το έργο συνέβαλε στην αύξηση του κύματος του φιλελληνισμού στην Ευρώπη. Ο φιλελληνισμός του δεν είναι απόλυτος και
θυμίζει τα αισθήματα που οι περισσότεροι νιώθουμε για την πατρίδα μας. Πάντα
αγαπούσε την εξιδανικευμένη Ελλάδα την ώρα που δημόσια καλούσε τη διεθνή
κοινότητα σε συστράτευση για την απελευθέρωση του ελληνικού λαού σε ιδιωτικές
επιστολές του κατέκρινε τη συμπεριφορά των Ελλήνων. «Οι Έλληνες είναι πιθανώς ο πιο εκφυλισμένος, ο πιο
διεφθαρμένος λαός του κόσμου. Συντρίβοντας με την επανάσταση τους
εύθραυστους κρίκους της αλυσίδας τους αποκάλυψαν τον πραγματικό τους χαρακτήρα…
είναι η πιο ματαιόδοξη, η πιο ανειλικρινής φυλή της Γης.»
Σύντομα
όμως θα ξεκινήσει πολεμική στους Ευρωπαίους για την συνήθειά τους να
γενικεύουν. «Την ίδια ακριβώς γνώμη θα είχε και ένας ξένος εγκατεστημένος στην
Αγγλία. Θα καταδίκαζε ολόκληρο το Βρετανικό Έθνος επειδή τον γέλασε ο λακές του
ή επειδή φούσκωσε τον λογαριασμό η πλύστρα του».
Ο Βύρων δεν έχει ψευδαισθήσεις όσον αφορά τους
Έλληνες της εποχής του, δεν αναζητά σε αυτούς μια ιδανική μικροκοινωνία, δεν
τους αντιπαραβάλλει μανιχαϊστικά με τους Τούρκους. Δεν εξιδανικεύει τους μεν
και δεν κακοποιεί την εικόνα των δε. Ο άνθρωπος που μαστίγωνε τον «ανθρωπισμό»
της Βουλής των Λόρδων το 1812 ή που απελευθέρωνε την Τουρκάλα μοιχαλίδα το
1810, έπειθε τους Έλληνες στις αρχές του 1824 να απελευθερώσουν 28 Τούρκους
αιχμάλωτους και να τους στείλουν με δικές του δαπάνες στην Πάτρα και στην
Πρέβεζα! Ο Βύρων δεν παραμέριζε τον κριτικό του λόγο λόγω της συστράτευσής του
με τους εξεγερμένους, αλλά ταυτόχρονα δεν κατέληγε σε ένα παραλυτικό
σκεπτικισμό.». Ο Βύρων αρνείται να παραδεχθεί ότι επειδή οι Έλληνες είναι κακοί
δεν θα γίνουν ποτέ καλύτεροι.
Είναι αδιαμφισβήτητο ότι το φιλελληνικό
κίνημα χρωστά πολλά στην ποίηση του Λόρδου Μπάιρον, αλλά το γεγονός που τον
καθιέρωσε σαν κορυφαίο φιλέλληνα είναι ο θάνατός του στο ηρωικό Μεσολόγγι, όπου
και παραμένει η καρδιά του.
Είχε μιαν αυτοκτονική διάθεση ο ιδιόρρυθμος
αυτός άνθρωπος όταν ξεκινούσε ήδη ασθενής το τελευταίο του ταξίδι στο Μεσολόγγι; Θα άλλαζε κάτι αν πράγματι
ήθελε αυτό να είναι το κύκνειο άσμα του;
Στις 19 Απριλίου
του 1824 όταν ο Λόρδος Βύρων αφήνει
την τελευταία του πνοή στο Μεσολόγγι μόλις ο ήλιος ανέτειλε από το πολιορκημένο Μεσολόγγι ακούστηκαν
37 κανονιοβολισμοί, όσα και τα χρόνια του, ο κόσμος συγκλονίζεται, και ο ίδιος
μεταμορφώνεται σε σύμβολο της επανάστασης, όπως αργότερα συνέβη και με τον Τσε
Γκεβάρα.
Ο Βίκτορ Ουγκό έγραψε: «Μας φάνηκε σαν να μας
άρπαξε κάποιος ένα κομμάτι από το μέλλον μας».
Ο
Σπυρίδων Τρικούπης στον επικήδειο λόγο που εκφώνησε στο Μεσολόγγι τόνισε:«...είδε
και άφησεν όλας τας πνευματικάς και σωματικάς απολαύσεις της Ευρώπης, και ήλθε
να κακοπαθήση και να ταλαιπωρηθή μαζί μας, συναγωνιζόμενος όχι μόνον με τον
πλούτο του, τον οποίον δεν ελυπήθηκε, όχι μόνον με τη γνώσιν, της οποίας μας
έδωκεν τόσα σωτηριώδη σημεία, αλλά και με το σπαθί του ακονισμένον εναντίον της
τυραννίας και της βαρβαρότητας. Ήλθεν εις ένα λόγον, κατά την μαρτυρίαν των
οικιακών του, με απόφασιν να αποθάνη εις την Ελλάδα διά την Ελλάδα. Πώς λοιπόν
να μη συντριβή όλων μας η καρδία διά την στέρησιν ενός τέτοιου ανδρός; Πώς να
μην κλαύσωμεν την στέρησίν του ως γενικήν στέρησιν όλου του Ελληνικού Γένους;»
«Λευτεριά, για
λίγο πάψε να χτυπάς με το σπαθί. Τώρα σίμωσε και κλάψε εις του Μπάιρον το
κορμί...» γράφει ο Διονύσιος
Σολωμός στο επικό ποίημα «Ωδή
εις τον θάνατο του Λόρδου Μπάιρον».
Η Ελλάδα τον τίμησε με την αιώνια ευγνωμοσύνη της. Ένα από τα ωραιότερα αγάλματα της Αθήνας (στο Ζάππειο, στο σημείο όπου η λεωφόρος Αμαλίας συναντάει τη λεωφόρο Όλγας) τον αναπαριστά στα γόνατα της Ελλάδας…
Εκατό χρόνια μετά το θάνατό του ο 1924 έγινε η μετονομασία του «Προσφυγικού Συνοικισμού Παγκρατίου» σε Συνοικισμό Βύρωνος, και στην αναμνηστική πλάκα σαν αιτιολογία αναφέρεται «η φιλοπροσφυγική δράσις του ποιητού»
ο χώρος με την αναμνηστική πλάκα και το άγαλμα στο δήμο Βύρωνα |
Το 2008 μετά από μακρόχρονες προσπάθειες του «Συνδέσμου Μπάιρον» η ημέρα θανάτου του Λόρδου Βύρωνα ορίστηκε από
την Ελληνική Πολιτεία σαν «Ημέρα
Φιλελληνισμού και Διεθνούς Αλληλεγγύης».
Ο θάνατός
του δεν ήταν τυχαίος αλλά το κορύφωμα μιας επαναστατικής διαδρομής. Ο Μπάιρον ήταν κατά της εκμετάλλευσης του κάθε ανθρώπου
γιαυτό και στην πρώτη ομιλία του στη Βουλή των Λόρδων
(27.2.1812), υπήρξε καταπέλτης εναντίον νομοσχεδίου (που μόνο αυτός
καταψήφισε), το οποίο προέβλεπε τη θανατική ποινή για τους εξεγερμένους
κλωστοϋφαντουργούς του Νόττιγχαμ (Λουδίτες), οι οποίοι κατέστρεφαν τις μηχανές,
που τους οδηγούσαν σε μαζική ανεργία και εξαθλίωση.
«Υπήρξε ο
ποιητής – γράφει ο καθηγητής Μ.-Β. Ραΐζης– που κατέκρινε την αυθαιρεσία και την
απανθρωπιά των τυράννων που καταπίεζαν και ποδοπατούσαν τους αδύναμους
συνανθρώπους τους, ενώ κολάκευαν ή προσκυνούσαν τους ισχυρούς».
Στην
Ιταλία, ήδη διάσημος ποιητής, έμεινε επί έξι χρόνια, κυρίως στη Ραβένα,
συμμετέχοντας ενεργά στο επαναστατικό κίνημα των Καρμπονάρων, κόντρα στην
Αυστροουγγαρία του Μέτερνιχ, ο οποίος είχε θέσει τον ατίθασο Άγγλο ευγενή υπό
στενή παρακολούθηση. Εκεί το
1822 τον επισκέφτηκε αντιπροσωπεία των Ελλήνων επαναστατών ζητώντας την
υποστήριξη του. Ακολούθησε ο θάνατος από
πνιγμό του στενού φίλου και ομοϊδεάτη του Πέρσι Σέλεϊ, ο οποίος είχε ήδη
χαιρετίσει την Ελληνική Επανάσταση με το ποίημα «Hellas», το οποίο είχε προλογίσει με κείμενο-έκκληση προς τις κυβερνήσεις της
Ευρώπης να βοηθήσουν τον ελληνικό αγώνα της ανεξαρτησίας, κλείνοντας το κείμενο
με την περίφημη φράση «Είμαστε όλοι Έλληνες».
Αυτό το γεγονός καθόρισε την απόφαση του ν’ αποδεχθεί το αίτημα της ελληνικής αντιπροσωπείας,
και να αναχωρήσει 1823 με το πλοιάριο Ηρακλής προς την Κεφαλλονιά, όπου άρχισε να γράφει
το «Ημερολόγιο της Κεφαλονιάς», το οποίο είχε προλογίσει με τους ακόλουθους
στίχους: «Οι νεκροί έχουν ξυπνήσει / πρέπει εγώ να κοιμηθώ; / Μάχεται ο κόσμος
τους τυράννους / και εγώ να φοβηθώ; / Τα στάχυα είναι ώριμα / κι εγώ να μη θερίσω;
».
Πολλοί από τις κορυφαίες ιστορικές προσωπικότητες έχουν
στο περιθώριο μια προβληματική προσωπική και οικογενειακή ζωή. Ανάμεσα τους και
δίκαια αγιοποιημένες φιγούρες όπως ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ και ο Μαχάτμα Γκάντι.
Ο Μπάιρον κορυφαίος πλέον και διαχρονικά ρομαντικός ποιητής με τη ζωή του
σκανδάλιζε προάγγελος των ροκ σταρ. Ο εμμονικός του έρωτας με την δωδεκάχρονη
Τερέζα Μακρή, ο σεξουαλικός του προσανατολισμός, η ερωτική σχέση με την
ετεροθαλή αδελφή του, η σκληρότητα προς τη σύζυγο και τα παιδιά του δεν αναιρούν
την διορατική προφητική του ματιά και τη συμβολή του σε κοινωνικούς και
απελευθερωτικούς αγώνες.
«Νους
φωτεινός», κατά τον Γκαίτε, «θερμός και αγέρωχος αγωνιστής της ελευθερίας των
λαών», κατά τον Γκόρκι, «ποιητική ιδιοφυΐα, αλλά και διάνοια πολιτική», κατά
τον Ελευθέριο Βενιζέλο, ο Λόρδος Βύρων αναδείχθηκε σε βάρδο της ελευθερίας και
σε κορυφαίο εκπρόσωπο του πνεύματος της αντίστασης κατά των ισχυρών της εποχής
του. «Ο Σέλλεϋ και ο Μπάιρον – γράφει ο Ένγκελς - με όλο το πάθος και την
καυστική σάτιρα για τη σύγχρονή τους κοινωνία, είχαν τους περισσότερους
αναγνώστες ανάμεσα στους εργάτες».
Το έργο του
Μπάιρον είναι διαποτισμένο με την ιδέα της ελευθερίας σε όλο τον κόσμο. «Μύρια
στήθη συνενώνει μία και κοινή αιτία / Δυτικοί και ανατολίτες επαναστατούν με
βία», λέει στο ποίημά του «Η εποχή του Ορειχάλκου».
Δεν είναι ευρέως γνωστό ότι ο Μπάιρον ανέπτυξε δράση και υπέρ προσφύγων και
αιχμαλώτων του πολέμου της ανεξαρτησίας της Ελλάδας κατά της Οθωμανικής
Αυτοκρατορίας, ενώ παράλληλα, αγωνιούσε για την ενότητα των επαναστατημένων
Ελλήνων, γράφοντας στον Μαυροκορδάτο για «τις συνέπειες που μπορεί να φέρει η
διχόνοια, τα πλεονεκτήματα και τις ευκαιρίες που μπορεί να προσφέρει στους
βάρβαρους δυνάστες σας, την ψύχρανση που θα προκαλέσει σε όλους όσοι
ενδιαφέρονται για τον Αγώνα σας, δηλαδή σε όλους τους φίλους του Διαφωτισμού
και της Ανθρωπότητας…». Στο ουμανιστικό του έργο δεν έκανε διακρίσεις ανάμεσα
σε Έλληνες και Τούρκους, όπως προκύπτει από επιστολή του στον Βρετανό πρόξενο
στην Πρέβεζα: «Όταν ήρθα στην Ελλάδα, ένας από τους κύριους στόχους μου ήταν ν’
απαλύνω κατά το δυνατόν τα δεινά ενός πολέμου τόσο ανελέητου όσο ο σημερινός. Όταν
πρόκειται για τα κελεύσματα της φιλανθρωπίας, δεν γνωρίζω διαφορά ανάμεσα σε
Τούρκους και Έλληνες. Αρκεί αυτοί που χρειάζονται συμπαράσταση να είναι
άνθρωποι, για να δικαιούνται τον οίκτο και την προστασία ακόμα και του πιο
τιποτένιου που ισχυρίζεται ότι έχει αισθήματα φιλανθρωπίας».
Αν και ο Μπάιρον δεν είχε επισκεφθεί τα
Κυκλαδονήσια πλην ενός σύντομου σταθμού στην Κέα το ποίημά του «Στα νησιά» όπου
«όλα, εκτός από τον ήλιο τους, έχουν
δύσει» μιλά
για την ανάγκη αφύπνισης των Ελλήνων από
το Μαραθώνα και τη Σαλαμίνα γράφει «Ονειρευόμουν
ότι η Ελλάδα μπορεί να είναι ακόμα ελεύθερη μπροστά στον τάφο των Περσών, Δεν
μπορούσα να θεωρήσω τον εαυτό μου σκλάβο » και καταλήγει
«Μην εμπιστεύεσαι την ελευθερία σου
στους Φράγκους- Έχουν έναν βασιλιά που αγοράζει και πουλά/
Σε ντόπια σπαθιά και ντόπιες
τάξεις Η μόνη ελπίδα του θάρρους
κατοικεί:
Μα τουρκική βία και λατινική απάτη, Θα
έσπαγε την ασπίδα σας, όσο φαρδιά κι αν είναι»
«Τοποθετήστε με στο μαρμάρινο γκρεμό
του Σουνίου..
Εκεί, σαν κύκνος, να τραγουδήσω και να πεθάνω:
Μια γη σκλάβων δεν θα είναι ποτέ δική
μου.»
200 χρόνια μετά το θάνατό του ο
Μπάιρον παρά την αμφισβήτηση και την
αναλυτική ιστορική μελέτη, εξακολουθεί να εμπνέει και όχι μόνο τους Έλληνες σε
αγώνες για ένα κόσμο ελεύθερο και πιο δίκαιο για όλους τους ανθρώπους. Και αυτό
το μήνυμα είναι διαχρονικό κι επίκαιρο πάντα.
ο πρόεδρος της Εταιρείας Κυκλαδικών Μελετών κ Δημήτριος Κορρές παραδίδει τιμητικά στην ομιλήτρια την «Επετηρίδα» της Εταιρείας |
μετά την ομιλία απαντώντας σε ρωτήσεις του κοινού |
https://koronida.blogspot.com/2024/02/3112024.html?m=1&fbclid=IwAR096IJSp1sFlyMYBa1wHk1DgjUTM3sK7aswUBGtA6Xlm_afrmdr0D3cQ_U
Μαρία Αρβανίτη Σωτηροπούλου
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου