Στην αιώνια μνήμη του Αϊνστάιν

Στην αιώνια μνήμη του  Αϊνστάιν

«Τι ήταν; Ένα μικροσκοπικό ανθρωπάκι. Γρατζουνούσε το βιολί να συντροφεύει τις σκέψεις του, που κυνηγιόνταν αδιάκοπα νύχτα μέρα.
 Ήταν απλούστατο! Στ' αέρινο κρανίο του κρατούσε το κλειδί του κόσμου. Την από­δειξη της ανυπαρξίας μας σε τρία γράμματα. Ο πιο μικρός κόκκος ύλης έκλεινε την παντοδυναμία. Κάτι σαν την πίστη που μπορεί να τραντάζει συθέμελα βουνά.
Και τι υπέροχο! Ο χρόνος δεν κυλά σαν καβαλάς μια φωταχτίδα! Οι ποιητές δικαιώθηκαν στην επιστήμη. Υπάρχει μια χρυσή τομή που όλα σταματούν. Υπάρχει τρόπος ν' αλλάξουμε ότι νομίζαμε γι' αμετάβλητο κι αιώνιο! Τρόπος τόσο απλός σαν το νε­ρό που κάτω απ' το ηλιόφως μεταμορφώνεται σε σύννε­φο! Υπάρχει τρόπος να υπάρχουμε και πέρ' από τα σάρκινα κορμιά μας! Υπάρχει τρόπος να σταματήσουμε τα ρολόγια, —γιατί όχι;— να τα γυρίσουμε πίσω, αν το θελήσουμε. Υπάρ­χουν κόσμοι, που γεννιούνται και κόσμοι που πεθαίνουν. Όλα σ' έναν ατέλειωτο κύκλο. Τίποτα δε χάνεται. Τι σημα­σία μπορεί να 'χει η ζωή κι ο θάνατος; Τι σημασία μπορεί να 'χει η ιστορική στιγμή της ανθρωπότητας;
Είναι η πιο αισιόδοξη επιστημονική θεωρία. Μα τι παρά­ξενο! Είναι και η ανατολή της απόγνωσης. Γεννήθηκε η γεν­ιά της αμφιβολίας. 
Κανείς δεν μπορεί να 'ναι σίγουρος για τίποτε, μιας κι όλα είναι σχετικά. 
Αυτό μας δίνει μια νέα αίσθηση λευτεριάς. Οι γενιές οι αλυσσοδεμένες με τους νό­μους του Νεύτωνα πέρασαν ανεπίστροφα. Ο κόσμος μπορεί πια να καλπάσει προς τ' όνειρο. 
Τώρα όλοι ξέρουν πως μπο­ρούν να γίνουν μικροί Θεοί. Έμεινε να ζητήσουν τον τρόπο. Σαν το παιδί που κρατώντας το σωστό κλειδί παλεύει να το ταιριάξει στην κλειδαριά.
Βρισκόμαστε μιαν ανάσα δρόμο προς την καταστροφή ή τη θέωσή μας. 
Την ώρα που πεθαί­νουν από λιμούς, λοιμούς, σεισμούς και πολέμους, την ώρα που αυτοκτονούν από πλήξη, την ώρα που άλλοι συνθλίβο­νται στη δουλειά κι άλλοι επαναστατούν μπροστά στην ανερ­γία, εμείς ξέρουμε πως ο χρόνος ίσως δεν υπάρχει, πως ότι συμβαίνει είναι παραλογισμός, μα δεν μπορούμε να ται­ριάξουμε τα χρώματα στη ζωγραφιά, να δώσουμε μια λύση.
 Μιλάμε με γρίφους, παίζουμε με τις λέξεις, αναμασάμε χι­λιοειπωμένες απόψεις, θρυματιζόμαστε στο μύλο της καθη­μερινότητας. Τα μάτια μας ξερά απ' την αγρύπνια, τα χέρια μας σκέβρωσαν απ' την αχρηστία, τα πόδια μας πρησμένα απ' την αναμονή. Ελάχιστες χημικές ουσίες ρυθμίζουν τις αποφάσεις μας, τις αναλύσαμε διεξοδικά. Αγοράζουμε τα συναισθήματα σε αποστειρωμένα σακουλάκια. Τα ένστικτα κοιμήθηκαν νανουρισμένα απ' την κοινωνική συμβατικότη­τα. Η κοινωνία από φωλιά έγινε το κλουβί μας και το χειρό­τερο είναι γεμάτη με όρνια κι ερπετά φαρμακερά. Τούτο το παραμιλητό ίσως να 'ναι κι ο επιθανάτιος ρόγχος μας».
Απόσπασμα από "Η ώρα της σιωπής"
Μαρία Αρβανίτη Σωτηροπούλου

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ο γιος σου στο Ναυτικό

Ο Τηλέμαχος από τη Δίβρη δεν έφυγε ποτέ

Τα Λουβιάρικα της Σαντορίνης