Γάτες οι εφτάψυχες Ο δικός μας Λάζαρος

 


 Αγαπώ τις γάτες. Είχαμε πάντα μια στο σπίτι μας στη Σύρο (μάλλον για τα ποντίκια) και μια από αυτές, το Χαζό, όπως την είε βαφτίσει ο πατέρας μου, ήταν η κούκλα και συντροφιά μου στο κρεβάτι. Της ακουμπούσα το κεφάλι στο μαξιλάρι μου μέχρι τη στιγμή, που άκουγα την πόρτα να ανοίνει και τότε την έσπρωχνα κάτω από τα στρωσίδια (μη την δει η μαμά που απαγόρευε τη γάτα στο κρεβάτι) έτσι που έβγαινε κάπου ανάμεσα στα πόδια μου και κάποιες φορές με πρόδιδε. Την έντυνα, τη στόλιζα και είχα παρακολουθήσει τουλάχιστον μια γέννα της σε ένα χαρτόκουτο. Εκείνη την εποχή τα περισσότερα γατάκια εξαφανιζόντουσαν μόλις σταματούσαν το θηλασμό.


Είχαμε αρχικά τη μάνα του Χαζού, τη Γριέλα, που παρέμεινε άγρια κι ερχόταν μόνο για φαγητό. Επειτα ήταν και ο Ποπέος, που κανονικά ανήκε, στην γειτόνισα Πόπη και που όταν εκείνη έφυγε από το νησί, ο γάτος έγινε το σκυλάκι του πατέρα μου, αφού κάθε πρωί τον συνόδευε μέχρι τη δουλειά και το μεσημέρι τον περίμενε για να επιστρέψουν μαζί. Η μακρόχρονη σχέση μου με γάτες με έπεισε ότι δεν υπάρχουν στερεότυπες συμπεριφορές στα ζώα, όπως και στους ανθρώπους.

Στο σπίτι μας στον Πειραιά είχαμε γάτες αστικές, που έμεναν στο σπίτι και τα παιδιά μου λάτρευαν, ένα γνήσιο Σιαμέζο, το Ράμα, που μας τον ζητούσαν οι φίλοι για διασταύρωση με τις δικές τους γάτες και που κάποτε ξεκίνησε να ξεπορτίζει, προς μεγάλη απελπισία των παιδιών μου, μέχρι που εξαφανίστηκε. Ακολούθησε η  Σίμπα, την οποία η μικρή μου κόρη έσωσε από τις ρόδες του αυτοκινήτου και την υιοθέτησε, μέχρι που στα γηρατειά της τρελάθηκε, άρχισε να δαγκώνει στα καλά καθούμενα, την πήγε στον κτηνίατρο που της έκανε κάποια επέμβαση, που δεν πέτυχε και τελικά πληρώσαμε την ευθανασία. 

Στη Δίβρη έχω αποκτήσει μια πιο υγιή σχέση με τις γάτες, που ελεύθερα πηγαινοέρχονται στο σπίτι μας. Σημαντικότερος ο σοφός Σίμπος (τον βάφτισαν έτσι τα παιδιά, γιατί ήταν κεραμιδής, η πιο συνηθισμένη ράτσα στον κόσμο, όπως η Σίμπα), που με επέλεξε. Την πρώτη φορά ήλθε πίσω μου την ώρα, που έκοβα χόρτα στο χωράφι κι έβαλε το κεφάλι του στο χέρι μου για χάδι. Ήταν σοφός γιατί δεν του άρεσαν οι καυγάδες σε αντίθεση με τον Πατουσίτσα, που είχε καταστρέψει όλες τις σίτες για να μπαίνει στο σπίτι όποτε ήθελε, αλλά που χώθηκε μέσα στο αναμένο τζάκι, όταν διαπίστωσε ότι στο δωμάτιο υπήρχαν κι άλλοι άνθρωποι, που δεν είχε ξαναδεί και κάποτε εξαφανίστηκε νέος ακόμη. Ο Σίμπος έφυγε σε βαθειά γηρατειά και μας έλειψε πολύ. 

Σε όλα τα ελεύθερα γατιά ισχύουν οι νόμοι της φυσικής επιλογής, αν και κάποια τα φροντίσαμε ιατρικά μέχρι το τέλος, περισσότερο από δικό μας δέσιμο παρά για τη δική τους ανακούφιση, όπως γίνεται συνήθως σε κάθε ανθρώπινη πράξη .

Οι γάτες είναι πραγματικά εφτάψυχες.

Έτυχε να δω γάτα εγκλωβισμένη από τον τρίτο όροφο του σπιτιού μας να πέφτει στο υπόγειο, να χτυπά στα κάγκελα την κοιλιά της και αμέσως να πηδά από κει, μαντρότοιχο στο ύψος δύο ορόφων μέχρι το διπλανό χάλασμα. 

Είδα χτυπημένη από αυτοκίνητο γάτα, που σερνόταν στο δρόμο και κατέβηκα να της δώσω λίγο νερό και φαγητό, σε λίγες ώρες να ανεβαίνει στο καπό άλλων αυτοκινήτων και να ανταγωνίζεται με τα άλλα αδέσποτα στο φαγητό, που αφήνει η γατόφιλη γειτονιά.

Ακούω κάθε βράδυ ομηρικούς καυγάδες γατιών, που άφηναν πληγές στο σώμα των δικών μας γατιών, που όμως σύντομα θεραπευόντουσαν. 

Τα γατιά μας στη Δίβρη τα περισσότερα είναι ανώνυμα και με τσιγγάνικες διαθέσεις. Εμφανίζονται μόνο όταν εκείνα το επιθυμούν. Δική μου υποχρέωση το να αφήνω φαγητό σε προκαθορισμένο σημείο. Πρόσφατα άρχισε να έρχεται ένα νέο γατάκι που ο άνδρας μου ονόμασε Ασχημούλα. Τα εγγόνια μου όταν τη γνώρισαν είπαν ότι είναι ωραία και τη βάφτισαν Ομορφούλα και έγινε μόνιμη επισκέπτρια. 


Στις αρχές του καλοκαιριού γέννησε κι έπειτα λείψαμε για δεκαπέντε μέρες και επιστρέφοντας η Ομορφούλα είχε εξαφανιστεί, αλλά βρήκαμε 5 αδύναμα γατάκια που έγιναν η χαρά των γειτονόπουλων από το μπαλκόνι τους και μετά και των δικών μου εγγονιών, να τα ταίζουν και να βλέπουν την πρόοδό τους στο περπάτημα και τα παιχνίδια. Το ένα εξαφανίστηκε νωρίς χωρίς ίχνη. Τα τρια δυνατότερα ανέβηκαν μέχρι την εξώπορτα και πρόλαβα το πιο αδύναμο πριν δραπετεύσει και αυτό στο δρόμο και το επέστρεψα με δόλωμα το φαγητό δίπλα στο ασθενικό του αδελφάκι. Μετά από λίγες μέρες κι ενώ και τα ασθενικά γατιά είχαν δυναμώσει επέστρεψε το πρώτο πιο δυναμικό γατί, αυτό που -αν και θηλυκό- ονομάσαμε αργότερα Λάζαρο.

Προφανώς οι γάτες έχουν χαρακτήρα, από γεννησιμιού τους, ακριβώς όπως οι άνθρωποι. Αυτή η γάτα εξ αρχής ήταν καλότροπη και θαρρετή, έμπαινε στο σπίτι και ζητούσε ότι ήθελε και ήξερε να το αποσπά, της άρεσαν τα χάδια, και οι αγκαλιές, ποτέ δεν έβγαζε νύχια και γουργούριζε αντί να νιαουρίζει. Την αγάπησα αμέσως, αν και η επανεμφάνισή του ανάγκασε τα ασθενέστερα αδέλφια του να μεταναστεύσουν στην αυλή της ταβέρνας του χωριού.  

Πριν από μια βδομάδα ακριβώς ακούω φασαρίες και ουρλιαχτά στην αυλή μας. 

-Μη, όχι Ασε το!

Μια ηλίθια σκυλόφιλη, που είχε βγάλει βόλτα το μεγαλόσωμο σκύλο της, τον είχε αφήσει ανεπιτήρητο κι εκείνος άνοιξε την αυλόπορτα του σπιτιού μας και κρατούσε στα δόντια του το μικρό μας γατάκι. Ενώ η ιδιοκτήτρια του σκύλου δεινοπαθούσε να τον τραβήξει από αυτό, που σκύλος θεωρούσε θήραμα, εγώ είχα ήδη δει ότι τα έντερα του γατιού μας κρεμόντουσαν έξω από τις πληγές στην κοιλιά του. Ο σκύλος δεν είναι υπεύθυνος, επειδή ακολουθεί τα ένστικτά του. Κάθε ζωικό είδος (και ο άνθρωπος) έχει επιβιώσει εξελικτικά, επειδή έχει συγκεκριμένη συμπεριφορά που γενετικά καθορίστηκε από εξέλιξη αιώνων πάνω σε αυτό τον πλανήτη. Κανένα σαρκοφάγο δεν μετατρέπεται σε φυτοφάγο για τη σωτηρία του πλανήτη. Σήμερα που υπάρχει νομοθεσία προστασίας των ζώων η ευθύνη ανήκει αποκλειστικά στους ζωόφιλους, που έχουν καθήκον να περιφρουρούν τη συμπεριφορά των κατοικίδιων τους, που δε ζουν στη ζούγκλα, αλλά σε μιαν ανθρώπινη κοινωνία με κανόνες. Και πρέπεί πάντα η ζωή του κάθε ανθρώπου να αποτελεί την ύψιστη αξία για όλους σε κάθε ανθρώπινη κοινωνία. 

Η φιλόζωη «κυρία» χωρίς να ζητήσει συγνώμην αποχώρησε αμίλητη, σέρνοντας το σκύλο επιτέλους από το λουρί στο λαιμό του κι έμεινα να δω τι μπορεί να γίνει με το γατάκι μου. Όλοι έλεγαν ότι θα ψοφήσει άμεσα. Τον πήγα σε προφυλαγμένο μέρος και του έβαλα νερό και φαγητό και είδα ότι σιγά σιγά ζωντάνευε. Με τον γιατρό -και άνδρα μου- πήραμε γάζα και αφού το αποστειρώσαμε στοιχειωδώς, δέσαμε σφιχτά το τραύμα γύρω από την κοιλιά του. Το καημένο, αν και πονούσε -ειδικά με το Betadine- δεν έβγαλε καθόλου νύχια και γουργούριζε καθώς το δέναμε. Δεινοπάθησε για να βρει την ισορροπία του, γιατί είχαμε επίτηδες δέσει σφιχτά την πληγή για σωστή επούλωση.

Τις ακόλουθες μέρες έτρωγε για πέντε και λιαζόταν. Όταν δυνάμωσε άρχισε να τρώει το λευκοπλάστ και τη γάζα, μέχρι που την έκοψε και μύγες άρισαν να μαζεύονται αμέσως και μύριζε άσχημα. Του αλλάξαμε τον επίδεσμο και προμηθευθήκαμε από φίλη, που έχει σκύλο, μιαν επουλωτική αλοιφή και μπλε σπρέι αντιβιοτικό.

Τον βαφτίσαμε Λαζαρο ελπίζοντας ότι θα αναστηθεί κι αυτός. 

Μια βδομάδα μετά επιβιώνει και είναι ζωηρός και μόνιμα πεινασμένος. Θέλει να ζήσει. Σε κάθε ζώο, όπως και στους ανθρώπους υπάρχουν κανόνες φυσικής επιλογής. Εύχομαι ο Λάζαρος να ανήκει στους προνομιούχους. Σε μιαν εποχή που οι άνθρωποι απειλούνται από καινοφανείς ιούς, ο Λάζαρος δείχνει το δρόμο, που η φύση καθόρισε. Ο θάνατος δεν είναι τραγωδία, αλλά η φυσιολογική κατάληξη κάθε εμβίου όντος. Κάθε ζωντανός οργανισμός οφείλει να παλεύει μέχρι το αναπόφευκτο τέλος. Με όσα όπλα διαθέτει τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Χωρίς υπερβολές και μελοδραματισμούς. 

Μαρία Αρβανίτη Σωτηροπούλου


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ο γιος σου στο Ναυτικό

Ο Τηλέμαχος από τη Δίβρη δεν έφυγε ποτέ

Τα Λουβιάρικα της Σαντορίνης