Της Λαϊκής Αίνος

η Λαϊκή με την ματιά του Παναγιώτη Τέτση

Της Λαϊκής Αίνος
Άνεμοι υπαίθρου στη νεφόπληκτη γειτονιά. 
Γεύσεις παρθενικές και γήινες απειλούν το βιασμό της ασφάλτου. 
Ελιές γεφυρώνουν με τη ρίγανη και το χαμομήλι με τη ρόκα συνδιαλέγεται. 
Από πάγκο σε πάγκο πηδούν οι ρομφαίες που διαλαλούν την πραμάτεια, υπερίπτανται των νωχελικών αγοραστών και κουρνιάζουν στα μαραζωμένα δέντρα των πεζοδρομίων. 
Τα φορτηγάκια πολιορκούν τη γειτονιά, την καταδικάζουν σε ημερήσια καταναλωτική ακολασία. Τα ΙΧ ξαφνιασμένα σκαρφαλώνουν στα πεζοδρόμια, κυκλογυρίζουν αμήχανα στα μονοδρομημένα στενά κι η Λαϊκή σα φάντασμα τ’ ακολουθεί λες και την κουβαλούν μες την ψυχή τους. 
Γειτονιές ερασιτεχνών εμπόρων ρυμοτομημένη με σαφήνεια. Εδώ παπούτσια και ρούχα, παρέκει είδη μπακαλικής κι ένας ωκεανός από λαχανικά και φρούτα. 
Στ’ ακρογιάλια του ξεβράζεται η αυθάδεια των απλωμένων χαλιών των πλάνητων τσιγγάνων κι η παθητική ευγένεια των ρωσοπόντιων που επενδύουν εξωτικά τα ρυπαρά πεζοδρόμια με τ’ απομεινάρια του ιστορικού τυφώνα.
Δε γράφεις ποίηση. Τη ζεις.
Τη συντροφεύεις στα ζουμερά χρώματα της λαϊκής αγοράς, τη θωπεύεις κάτω απ’ τις τέντες που ανεμίζουν εσπεριδοειδή αρώματα, τραγανές φλόγες μήλων και σπερματικές ευωδιές αχλαδιών. Αποδέχεσαι τις χνουδωτές άσεμνες προτάσεις των ακτινίδιων στους πράσινους φαλλούς των αγγουριών ενώ κυματίζουν τα λεία μισοφέγγαρα της μπανάνας, η προπέτεια της ντομάτας, η σεμνότητα του μαρουλιού, τα χαμόγελα των καρότων, η κατήφεια του σέλινου, η αιχμαλωσία του άνηθου κι η σκληρότητα του μάραθου, η καλοτυχία του σκόρδου κι η γλύκα του γενειοφόρου κρεμμυδιού. Η γήινη αισθαντικότητα της πατάτας κι η περιπέτεια της αγκινάρας, η συστολή του λάχανου κι η ματαιοδοξία της ανθοκράμβης σε κατακτούν.
Επιτέλους πραγματικά υπάρχεις.

Μαρία Αρβανίτη Σωτηροπούλου

Σχόλια

  1. Μιχαλης Χανιωτακης ΚΑΛΗΜΕΡΑ ΜΑΡΙΩ!!!! ΜΟΛΙΣ ΓΥΡΙΣΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΛΑΙΚΗ ΚΑΙ ΠΙΟ ΓΛΑΦΥΡΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΔΕΝ ΝΟΜΙΖΩ ΝΑ ΥΠΑΡΞΕΙ!!!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ο γιος σου στο Ναυτικό

Ο Τηλέμαχος από τη Δίβρη δεν έφυγε ποτέ

Τα Λουβιάρικα της Σαντορίνης