Με ένα μαστό. Σαν την Ιππολύτη
-Οι αμαζόνες έκοβαν τον ένα τους μαστό. Αυτό σκεπτόμουν μπαίνοντας στο χειρουργείο.
-Ήταν πιο βολικό στον πόλεμo, μου απαντούσε μέσα μου κάποια κακόπιστη φωνή. Κι έπειτα, αυτές δεν νοιάζονταν για έρωτες, συμπλήρωσε.
Ο αναισθησιολόγος μου χάιδευε τα μαλλιά.
-Παραδομένη, σκέφτηκα, "ως πρόβατον επί σφαγήν".
-Δεν θα καταλάβεις τίποτε, μου ψιθύρισε φιλικά πίσω απ' τα γυαλιά του που αστραποβολούσαν. Μου άπλωσε το δεξί μου χέρι και πραγματικά ούτε που κατάλαβα την τσιμπιά που μου πέρασε τον ορό. Χάζευα τον τεράστιο προβολέα, που σαν τηγάνι σκόπευε κάπου την κοιλιά μου.
- Σαν το διαστημόπλοιο στις "Στενές επαφές τρίτου τύπου", συλλογίστηκα.
Ο αναισθησιολόγος τώρα μου δίπλωνε τ' αριστερό χέρι και κάπου το στρίμωξε.
-Θάναι άβολα, πρόλαβα να συλλογιστώ πριν βουλιάξω στον ύπνο.
-Ευτυχώς δεν προχώρησε αρκετά η διήθηση, άκουγα κάποιες φωνές.
-Όμως ο μαστός...πάει.
-Δεν γινόταν τίποτε
-Εσείς οι άντρες πάντα έτσι λέτε. Δε σκεπτόσαστε πως για τις γυναίκες είναι αληθινή αναπηρία. Ποτέ δεν προσέχετε τις γυναίκες.
-Σιγά την αναπηρία! Κι αυτή θα κάνει πλαστική. Εδώ την κάνουν για να το σηκώσουν....
Ήταν ταυτόχρονα στο πατρικό της φορούσε τα τακούνια της μαμάς, ένα παλιό καπέλο της με βέλο και γέμιζε το σουτιέν με κάλτσες.
-Θα ντυθώ κυρία φέτος.
-Κυρία, κάποτε θα γίνεις οπωσδήποτε, κούκλα μου. Δεν το γλιτώνεις και να θες. Γιατί δε ντύνεσαι κάτι αλλιώτικο να το διασκεδάσεις;
-Θα ντυθώ κυρία φέτος.
-Κυρία, κάποτε θα γίνεις οπωσδήποτε, κούκλα μου. Δεν το γλιτώνεις και να θες. Γιατί δε ντύνεσαι κάτι αλλιώτικο να το διασκεδάσεις;
Πράσινο. Πράσινος σκούφος, πράσινη μάσκα, πράσινες φόρμες, πράσινα σεντόνια.
"Σ' ένα πράσινο λιβάδι πρωτοκάναμε έρωτα κάτω από μια πορτοκαλιά, Μοσκοβόλαγε λεμονανθό, το χορτάρι θεριεμένο μας σκέπαζε γιορταστικά και συ βίαια λευτέρωσες το στήθος μου στο γαλανό ουρανό, έγειρες πάνω μου και βάλθηκες να ρουφάς ηδονή με απληστία νεογέννητου."
-Και τώρα; σκέφτηκες τρομoκρατημένη, ενώ ένας σπασμός αναστάτωσε το κορμί σου.
-Θέλω να κάνω εμετό, μουρμούρισες.
-Έλα, έλα, δεν είναι τίποτε. Όλα πήγαν καλά. Πάρε μικρές ανασούλες. Έτσι μπράβο.
Υπάκουγες μηχανικά. Ήθελες ν' αποκριθείς στις θαμπές πρασινοντυμένες σκιές που σε κύκλωναν.
-Όλα πήγαν καλά, κούκλα μου.
"Δεν πονάω... ακόμη.." συλλογιζόσουν. Ήθελες να ψηλαφίσεις το κενό, μα το χέρι σου δεν υπάκουε.
"Σ' ένα πράσινο λιβάδι πρωτοκάναμε έρωτα κάτω από μια πορτοκαλιά, Μοσκοβόλαγε λεμονανθό, το χορτάρι θεριεμένο μας σκέπαζε γιορταστικά και συ βίαια λευτέρωσες το στήθος μου στο γαλανό ουρανό, έγειρες πάνω μου και βάλθηκες να ρουφάς ηδονή με απληστία νεογέννητου."
-Και τώρα; σκέφτηκες τρομoκρατημένη, ενώ ένας σπασμός αναστάτωσε το κορμί σου.
-Θέλω να κάνω εμετό, μουρμούρισες.
-Έλα, έλα, δεν είναι τίποτε. Όλα πήγαν καλά. Πάρε μικρές ανασούλες. Έτσι μπράβο.
Υπάκουγες μηχανικά. Ήθελες ν' αποκριθείς στις θαμπές πρασινοντυμένες σκιές που σε κύκλωναν.
-Όλα πήγαν καλά, κούκλα μου.
"Δεν πονάω... ακόμη.." συλλογιζόσουν. Ήθελες να ψηλαφίσεις το κενό, μα το χέρι σου δεν υπάκουε.
-Πάντα να στηρίζεσαι στα δικά σου πόδια, ακούς τη φωνή της μαμάς.
"Μα..τώρα πια, δε μπορώ" συλλογίστηκες πικρά.
"Μα..τώρα πια, δε μπορώ" συλλογίστηκες πικρά.
-Θα μ' αγαπάς..μετά; τον ρώτησες.
-Εδώ αντέξαμε τόσα χρόνια γάμου.... σου αποκρίθηκε διφορούμενα.
-Γιαυτό ακριβώς σου λέω. Δε θα με πείραζε και τόσο πια. Ακόμη και να μ' απατούσες. Δεν είμαι πια τόσο μικρή και όσο που νάναι θάναι απωθητικό.. για σένα.
"Είναι απωθητικό στα ίδια μου τα μάτια, θες να ουρλιάξεις. Πώς θα κοιτάω τον καθρέφτη;"
-Ευτυχώς προλάβαμε, είπε ο γιατρός.
-Ευτυχώς ήταν αυτή η τακτική εξέταση πούκανες μόνη σου μπροστά στον καθρέφτη, σου είπε και κείνος.
"Πώς θαύμαζα το στήθος μου καθώς καθρεφτιζόταν ζωντανό και όμορφο! Πώς το καμάρωνα στη ζεστή του σφριγηλότητα! Μετά τόσες γέννες άτρωτο, λες κι ο χρόνος δεν το άγγιζε. Τα καλοκαίρια στις ερημικές ακρογιαλιές πετούσα το σουτιέν και χαιρόμουν το διάλογό του με την παγωμένη θάλασσα και το γλυκό ήλιο. Και κείνος ν' απλώνει το χέρι του μόλις δε βλέπαν τα παιδιά, να το χαϊδεύει. Και κείνο αμέσως ν' αποκρίνεται στο άγγιγμα του αγαπημένου χεριού και να ορθώνεται σαν κάποιο αυτόβουλο στοιχειό."
-Και τώρα...
-Φαντάσου να μην είχα εξασφαλισμένο τον σεξουαλικό μου άρτο τον επιούσιο, του αστειεύτηκες σαν ήλθαν τα κακά μαντάτα. Ίσως να μην το αποφάσιζα ποτέ. Κι ας είναι τα παιδιά μικρά κι ας λες πως έχω τη ζωή μπροστά μου.
-Κι όμως οι αμαζόνες έκοβαν μόνες τους τον ένα τους μαστό. Δυσκόλευε στη μάχη, μουρμούρισες.
-Έτσι κι αλλιώς άλλα παιδιά δεν έχεις να θηλάσεις, είπε.
"Θήλασα μόνο το πρώτο μου παιδί κι ήταν μαρτύριο. Δεν έβγαινε το γάλα, το μωρό κοιμόταν στην αγκαλιά μου, ένα τέταρτο απ' το κάθε στήθος και να του τσιμπώ τ' αυτί να μην κοιμάται αποκαμένο και να κοιμάμαι γω όρθια πάνω του, έτσι που να κινδυνεύει να μου φύγει μες από τα χέρια. Και να κιτρινίσει σα φλουρί το μωρό -κάτι είχε το γάλα μου, είπαν- κι αντί να παίρνει βάρος, αδυνάτιζε. Έπειτα, τα υπόλοιπα, απ' το Μαιευτήριο άρχιζαν το μπιμπερό."
-Και λένε πως δεν πιάνει στις πολύτεκνες, παραπονέθηκες.
-Σε κάθε κανόνα υπάρχουν οι εξαιρέσεις, είπε ο γυναικολόγος. Δεν είμαστε θεοί. Ευτυχώς που προλάβαμε. Ξέρετε πόσες γυναίκες χάνουν τη ζωή τους μόνο και μόνο γιατί δεν πρόλαβαν;
Ο πόνος στο στήθος σιγά σιγά δυναμώνει, μα πιο πολύ σε ενοχλεί αυτός ο εμετός.
-Να πάω τουαλέτα; μουρμουρίζεις δειλά.
-Μα έχεις καθετήρα!! Λουφάζεις με τον παραλογισμό σου. Εκείνος σου κρατά το χέρι.
Κλαίει; Για σένα; Για μένα; Για μας; Για το τέλος των ερωτικών πειραμάτων;
-Όσο περνά ο καιρός τόσο καλύτερα τα πάμε στο σεξ..νομίζω, τούχες τότε ομολογήσει.
-Μαθαίνουμε, σου απάντησε.
-Γνωριζόμαστε... όσο μπορεί δυο άνθρωποι να γνωριστούν. Δυο άνθρωποι ποτέ δε γίνονται ένα και αυτό είναι το πιο ενδιαφέρον στην υπόθεση.
-Σαν τσακωνόμαστε, μου έκανες ερωτικό εμπάργκο.
-Δεν είχα άδικο σαν τσακωνόμαστε. Και δεν ήταν εμπάργκο. Απλώς δεν ένιωθα καλά στο άγγιγμά σου.
-Ζητούσες όλο και πιο πολλά. Εγώ συνέχεια υποχωρούσα.
-Όπως όταν θες ν' απλώσεις τα πόδια σου ίσαμε κει που παίρνει. Μήπως εσύ δε θύμωνες για τόσο γελοίες αφορμές;
-Γελοίο τ' ασιδέρωτο πουκάμισο ή οι πάντα χαμένες κάλτσες μου ή τα βαμμένα μου ροζ εσώρουχα;
- Τώρα δεν θέλω να κάνουμε έρωτα, αν δεν το θες στ' αλήθεια. Δε θάθελα να σε "βιάσω", βιάστηκες ν’ αστειευθείς.
"Δε θέλω να κάνουμε έρωτα μετά από τσόντα στην TV. Δεν θέλω αν δε αγαπάς εμένα. Δε θέλω ν' ακουμπάς το κορμί μου και να επιθυμείς την κούκλα των πορνό."
Δεν του τάπες φυσικά όλα αυτά. Δε λέγονται.
-Θα θυμηθώ τα νιάτα μου, του είπες. Θα βάλω κάλτσες στο σουτιέν, ακριβώς όπως κάνουν τα κορίτσια μας.
-Και όμως οι αμαζόνες σου, ήταν περήφανες για τον κομμένο τους μαστό, σου αποκρίθηκε.
-Μα εγώ δεν είμαι αμαζόνα, φώναξες ξεσπώντας σε λυγμούς. Κι αν πότε πότε πολεμάμε -κι έχω δίκιο να σε μάχομαι, έχω δίκιο να διεκδικώ καλύτερο το αύριο των κοριτσιών μας-, όσο κι αν αγαπώ τις αμαζόνες, πάντα εσένα πιότερο θα σ' αγαπώ, πιότερο θα σε θέλω, ακόμη κι έτσι ανάπηρη, ακόμη κι έτσι νικητή κραδαίνοντας σαν τρόπαιο τη ζώνη μου, της Ιππολύτης.
7-2-90 Από το βιβλίο "Ο θηλυκός άνθρωπος"
-Εδώ αντέξαμε τόσα χρόνια γάμου.... σου αποκρίθηκε διφορούμενα.
-Γιαυτό ακριβώς σου λέω. Δε θα με πείραζε και τόσο πια. Ακόμη και να μ' απατούσες. Δεν είμαι πια τόσο μικρή και όσο που νάναι θάναι απωθητικό.. για σένα.
"Είναι απωθητικό στα ίδια μου τα μάτια, θες να ουρλιάξεις. Πώς θα κοιτάω τον καθρέφτη;"
-Ευτυχώς προλάβαμε, είπε ο γιατρός.
-Ευτυχώς ήταν αυτή η τακτική εξέταση πούκανες μόνη σου μπροστά στον καθρέφτη, σου είπε και κείνος.
"Πώς θαύμαζα το στήθος μου καθώς καθρεφτιζόταν ζωντανό και όμορφο! Πώς το καμάρωνα στη ζεστή του σφριγηλότητα! Μετά τόσες γέννες άτρωτο, λες κι ο χρόνος δεν το άγγιζε. Τα καλοκαίρια στις ερημικές ακρογιαλιές πετούσα το σουτιέν και χαιρόμουν το διάλογό του με την παγωμένη θάλασσα και το γλυκό ήλιο. Και κείνος ν' απλώνει το χέρι του μόλις δε βλέπαν τα παιδιά, να το χαϊδεύει. Και κείνο αμέσως ν' αποκρίνεται στο άγγιγμα του αγαπημένου χεριού και να ορθώνεται σαν κάποιο αυτόβουλο στοιχειό."
-Και τώρα...
-Φαντάσου να μην είχα εξασφαλισμένο τον σεξουαλικό μου άρτο τον επιούσιο, του αστειεύτηκες σαν ήλθαν τα κακά μαντάτα. Ίσως να μην το αποφάσιζα ποτέ. Κι ας είναι τα παιδιά μικρά κι ας λες πως έχω τη ζωή μπροστά μου.
-Κι όμως οι αμαζόνες έκοβαν μόνες τους τον ένα τους μαστό. Δυσκόλευε στη μάχη, μουρμούρισες.
-Έτσι κι αλλιώς άλλα παιδιά δεν έχεις να θηλάσεις, είπε.
"Θήλασα μόνο το πρώτο μου παιδί κι ήταν μαρτύριο. Δεν έβγαινε το γάλα, το μωρό κοιμόταν στην αγκαλιά μου, ένα τέταρτο απ' το κάθε στήθος και να του τσιμπώ τ' αυτί να μην κοιμάται αποκαμένο και να κοιμάμαι γω όρθια πάνω του, έτσι που να κινδυνεύει να μου φύγει μες από τα χέρια. Και να κιτρινίσει σα φλουρί το μωρό -κάτι είχε το γάλα μου, είπαν- κι αντί να παίρνει βάρος, αδυνάτιζε. Έπειτα, τα υπόλοιπα, απ' το Μαιευτήριο άρχιζαν το μπιμπερό."
-Και λένε πως δεν πιάνει στις πολύτεκνες, παραπονέθηκες.
-Σε κάθε κανόνα υπάρχουν οι εξαιρέσεις, είπε ο γυναικολόγος. Δεν είμαστε θεοί. Ευτυχώς που προλάβαμε. Ξέρετε πόσες γυναίκες χάνουν τη ζωή τους μόνο και μόνο γιατί δεν πρόλαβαν;
Ο πόνος στο στήθος σιγά σιγά δυναμώνει, μα πιο πολύ σε ενοχλεί αυτός ο εμετός.
-Να πάω τουαλέτα; μουρμουρίζεις δειλά.
-Μα έχεις καθετήρα!! Λουφάζεις με τον παραλογισμό σου. Εκείνος σου κρατά το χέρι.
Κλαίει; Για σένα; Για μένα; Για μας; Για το τέλος των ερωτικών πειραμάτων;
-Όσο περνά ο καιρός τόσο καλύτερα τα πάμε στο σεξ..νομίζω, τούχες τότε ομολογήσει.
-Μαθαίνουμε, σου απάντησε.
-Γνωριζόμαστε... όσο μπορεί δυο άνθρωποι να γνωριστούν. Δυο άνθρωποι ποτέ δε γίνονται ένα και αυτό είναι το πιο ενδιαφέρον στην υπόθεση.
-Σαν τσακωνόμαστε, μου έκανες ερωτικό εμπάργκο.
-Δεν είχα άδικο σαν τσακωνόμαστε. Και δεν ήταν εμπάργκο. Απλώς δεν ένιωθα καλά στο άγγιγμά σου.
-Ζητούσες όλο και πιο πολλά. Εγώ συνέχεια υποχωρούσα.
-Όπως όταν θες ν' απλώσεις τα πόδια σου ίσαμε κει που παίρνει. Μήπως εσύ δε θύμωνες για τόσο γελοίες αφορμές;
-Γελοίο τ' ασιδέρωτο πουκάμισο ή οι πάντα χαμένες κάλτσες μου ή τα βαμμένα μου ροζ εσώρουχα;
- Τώρα δεν θέλω να κάνουμε έρωτα, αν δεν το θες στ' αλήθεια. Δε θάθελα να σε "βιάσω", βιάστηκες ν’ αστειευθείς.
"Δε θέλω να κάνουμε έρωτα μετά από τσόντα στην TV. Δεν θέλω αν δε αγαπάς εμένα. Δε θέλω ν' ακουμπάς το κορμί μου και να επιθυμείς την κούκλα των πορνό."
Δεν του τάπες φυσικά όλα αυτά. Δε λέγονται.
-Θα θυμηθώ τα νιάτα μου, του είπες. Θα βάλω κάλτσες στο σουτιέν, ακριβώς όπως κάνουν τα κορίτσια μας.
-Και όμως οι αμαζόνες σου, ήταν περήφανες για τον κομμένο τους μαστό, σου αποκρίθηκε.
-Μα εγώ δεν είμαι αμαζόνα, φώναξες ξεσπώντας σε λυγμούς. Κι αν πότε πότε πολεμάμε -κι έχω δίκιο να σε μάχομαι, έχω δίκιο να διεκδικώ καλύτερο το αύριο των κοριτσιών μας-, όσο κι αν αγαπώ τις αμαζόνες, πάντα εσένα πιότερο θα σ' αγαπώ, πιότερο θα σε θέλω, ακόμη κι έτσι ανάπηρη, ακόμη κι έτσι νικητή κραδαίνοντας σαν τρόπαιο τη ζώνη μου, της Ιππολύτης.
7-2-90 Από το βιβλίο "Ο θηλυκός άνθρωπος"
Μαρία Αρβανίτη Σωτηροπούλου
Elina Kiya Varvarigoy Δυνατό! Εξαιρετικό!
ΑπάντησηΔιαγραφήGeorgia Birba Συγκλονιστικό!!!