Εκδρομή στην αιώνια Θηρασιά
Γιορτή του πατέρα σήμερα κι έχω την αίσθηση της διαχρονικής επικοινωνίας με το παρελθόν.
Χάρη στον Κορωνοιό επισκέφθηκα μια Σαντορίνη που θαρρείς και αναδύθηκε ξαναγεννημένη πιο όμορφη κι από την θαμπή αχλύ της μνήμης, αφού εκτός από την ομορφιά του τοπίου και τις σύγχρονες ανέσεις, που μοσχοπουλά, σήμερα έχει επιστρέψει στις παλιές αξίες των κατοίκων με τη φιλοξενία και την ευγένεια που η πίεση της τουριστικής σαιζόν συνήθως αφαιρούν από την επικοινωνία.
Είχα την χαρά να παρευρεθώ στο ΔΣ του Συλλόγου των Μεγαλοχωριτών «το Μετόχι» κι εκεί ανάμεσα στο κέρασμα «Κουφέτου» και σπιτικού λικέρ πληροφορήθηκα ότι σήμερα, ημέρα του πατέρα, ο φυσιολατρικός Σύλλογος που ίδρυσε ο Αντώνης Γάκης διοργανώνει εκδρομή στην Θηρασιά.
Είχα να επισκεφθώ τη Θηρασιά πάνω από 10 χρόνια, από τη χρονιά που δόθηκε το όνομα του πατέρα μου στο δημοτικό σχολείο του νησιού και με το ζεύγος Λαοκράτη και Νάγια Βάσση ο Βάλσαμος Πιτσικάλης μας είχε ξεναγήσει ευγενικά..
Με μήνυμα ζήτησα πληροφορίες της τελευταίας στιγμής από τον κο Γάκη και με δέχθηκαν στην συντροφιά τους, που με επιτυχία διοργανώνει φυσιολατρικές εκδρομές με πολύ κόσμο σαντορινιούς από καταγωγή ή μετεγκατάσταση, που μαθαίνει τις μυστικές ομορφιές του τόπου και συμβάλει στον καθαρισμό του περιβάλλοντος.
Περιμένοντας το πλοίο συνάντησα τους πρώτους Θηρασιώτες φίλους από τα παιδικά μου χρόνια και η εκδρομή μεταμορφώθηκε σε ταξίδι στο χρόνο. Μετά τι Ρίβα ξέκοψα από τους εκδρομείς και μοναχικά ανέβηκα στο Μανωλά περνώντας από τα κλειστά σπίτια, που με είχαν φιλοξενήσει στις καλοκαιρινές διακοπές των παιδικών μου χρόνων και που έγιναν το σκηνικό διηγημάτων μου.
Ήμουν τυχερή γιατί περνώντας από το Σχολείο τελείωνε η λειτουργία στην εκκλησία απέναντι και πολλοί γνωστοί του πατέρα μου έβγαιναν, ανάμεσά τους και η κουμπάρα μου, και που μας δέχθηκε στο παραδοσιακό αναλλοίωτο στο χρόνο σπίτι της για καφέ και ωραίο γλυκό ψυγείου. Ο Μανωλάς δεν ήταν έρημος όπως το Μεροβίγλι γιατί υπάρχουν μόνιμοι κάτοικοι που ζουν με υποτυπώδεις ανέσεις. Όπως τότε που επισκεπτόμαστε τη Θηρασιά με τον πατέρα μου, έτσι και τώρα όλοι σε προσκαλούν για φαγητό και υποχωρούν μόνο αφού λάβουν την υπόσχεση ότι θα επιστρέψεις.
Κατέβηκα στον Κόρφο και κολύμπησα μπροστά στο «μαγαζί» του φίλου μας Ηλία κυριολεκτικά ξεχειλίζοντας το γερασμένο μου πια κορμί με παιδικές αισθήσεις, όπως το γνώριμο χάδι του θαλασσινού νερού και την ανακάλυψη πατελίδων και καβουριών στα πολύχρωμα βραχάκια. Ο Κόρφος μου πρόσφερε τις πιο έντονες θαλασσινές μου εμπειρίες, χάρη στη βάρκα του φίλου του πατέρα μου, μακαρίτη πια, Βαγγέλη από την οποία με τις ώρες παρατηρούσα με το «γυαλί» τον κόσμο του βυθού και που περιγράφω σαν καμβά για το διήγημά μου
Περπατώντας προς τη λάντζα για την επιστροφή πέρασα από την ταβέρνα «Καντούνι» που αν και κλειστή με τη γνήσια σαντορινιά φιλοξενία. πρόσφερε δωρεάν σε όλους τους εκδρομείς παγωμένο νεράκι, Οι ιδιοκτήτες μόλις με είδαν μου έκαναν μεγάλες χαρές, όχι πια (αφού είναι νέοι) για τη μνήμη του πατέρα μου, αλλά επειδή με γνώριζαν τότε που υπηρετούσα στον Οίκο Ναύτου και ίσως τους είχα εξυπηρετήσει..
Ημέρα της γιορτής του πατέρα και νιώθω λες και ο πατέρας μου, έστρωσε το δρόμο και με πήρε από το χέρι για να ξανασυνδεθώ με τις ρίζες μου. Όσο περνούν τα χρόνια τόσο περισσότερο διαπιστώνω, ότι αυτό που αξίζει τελικά στη ζωή είναι η αύρα των πράξεών μας, ένα καλό όνομα, όπως έλεγαν οι παλιοί. Κι ευγνωμονώ τον Κορωνοιό γιατί μου έδειξε ότι παρά την ασφυξία των τουριστικών περιόδων, η Σαντορίνη μου είναι ακόμη ζωντανή στις καρδιές των κατοίκων της και αναδύεται ξανά και ξανά.
Μαρία Αρβανίτη Σωτηροπούλου
Πότε πρόλαβες Μαρία μου και έγραψες αυτό το όμορφο κείμενο? Οι περιγραφές σου, τα συναισθήματα που ξεχειλίζουν και αφοπλιστική ειλικρίνεια με συγκινούν καθε φορά...
ΑπάντησηΔιαγραφή