Για ένα καφέ


     Για ένα καφέ
    Σάββατο μεσημέρι στο πάρκιν μπροστά στο Α Νεκροταφείο. Αδιαχώρητο. Κάποιος γεράκος κάτι μου γνέφει. «Μάλλον τ’ ανθοπωλείο δείχνει» σκέπτομαι αναζητώντας μάταια με μάτι αρπαχτικού κενή θέση. Ο παππούς χτυπά το τζάμι. Αξιοσέβαστος, ημεδαπός.
   «Να παρκάρεις δε θες;» ρωτά. Τον βεβαιώνω ότι αυτή είναι η μεγάλη προσδοκία μου. «Ακολούθα με» λέει και μου δείχνει ένα πεζοδρόμιο, όπου ανάμεσα σε άλλους δυο παράνομα παρκαρισμένους χωρώ να σφηνωθώ κι εγώ. Με βοηθάει μάλιστα και στις μανούβρες σταματώντας με άνεση τροχονόμου την κυκλοφορία στους εισερχόμενους. «Ευχαριστώ πολύ» του λέω ανοίγοντας το πορτοφόλι μου. «Για ένα καφέ» μου λέει και χαμογελώντας του δίνω ένα κέρμα.
   Το έργο τόχα ξαναδεί. στην Πόλη. Έξω απ’ την Αγιά Σοφιά πριν 30 χρόνια, όταν κάποιος φρόντισε να παρκάρουμε κι επιτηρούσε την ασφάλεια (από κλέφτες και τροχονόμους) του παράνομα παρκαρισμένου ΙΧ μας έναντι λογικού αντιτίμου. «Εκεί το λένε μπαξίς, εδώ καφέ", σκέφθηκα. Όμως τι καφέ; Τώρα διαθέτουμε μεγάλη ποικιλία καφέδων. Αμερικάνικο, γαλλικό, ιταλικό, ελληνικό ή τούρκικο. Και πόσο κάνει τώρα ο καφές;
    Αν πάντως ο παππούς σύχναζε στο κυλικείο του αριστοκρατικού μας Νεκροταφείου θα γευόταν την παραλλαγή καφέ που οι οικονομολόγοι μετρ θα βάφτιζαν «κατοχική νοσταλγία». Και γιατί όχι άλλωστε; Της παρηγοριάς δεν είναι; Μόνον ενθυμούμενοι τα χειρότερα παίρνουμε κουράγιο για ν’ αντιμετωπίσουμε την κατάθλιψη της συλλογικής οικονομικής μας συμφοράς και την αιώνια ματαιότητα των εγκοσμίων.

Μαρία Αρβανίτη Σωτηροπούλου

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ο γιος σου στο Ναυτικό

Ο Τηλέμαχος από τη Δίβρη δεν έφυγε ποτέ

Τα Λουβιάρικα της Σαντορίνης