Γατίσια μοίρα
Γατίσια
μοίρα
Υπάρχει λοιπόν το Πεπρωμένο, που μας καθορίζει, όλους,
ανθρώπους και ζώα. Γιατί και τα ζώα γεννιούνται το καθένα με τον χαρακτήρα του
και συχνά οι κοινωνικοί κανόνες καθορίζουν και σε αυτά την εξέλιξη τους.
Όντας γατόφιλη από παιδί είχα παρατηρήσει τις διαφορές στις
συμπεριφορές των κατοικίδιων που υιοθετούσαμε, από το πρώτο αγρίμι που ποτέ δεν
προσαρμόστηκε στο σπίτι, στη «Γριέλα» με τη γεροντική συμπεριφορά, τον «Ποπέο»,
που αφ’ ότου μετακόμισε η Πόπη που τον τάιζε, επέδειξε σε μας τη σκυλίσια του
συμπεριφορά ακολουθώντας μας από το σπίτι στο σχολείο, το «Χαζό» που επειδή από
μωρό το παίζαμε σαν κούκλα ανεχόταν τα πάντα αδιαμαρτύρητα κοκ
Παρατήρησα ακόμη και ότι η σνομπ συμπεριφορά δεν είναι
αποτέλεσμα εκλεκτών γονιδίων αφού ο σιαμαίος γάτος μας Ράμα, ποτέ δεν ήταν
εκλεκτικός σε αντίθεση με την κοινότατη Σίμπα, που είχε συμπεριφορά ξινής
γεροντοκόρης.
Στο χωριό πηγαίναμε τακτικά αλλά επειδή δε μέναμε μόνιμα δεν
είχαμε υιοθετήσει γάτα μέχρι που ο Σίμπος με πλησίασε, στην αρχή διστακτικά και
από απόσταση μέχρι που κάποια μέρα την ώρα που μάζευα χόρτα στην αυλή ένοιωσα
το κεφάλι του κάτω από το χέρι μου για να τον χαιδέψω.
Τον βγάλαμε Σίμπο, γιατί
ήταν κανελίς, πιστό αρσενικό αντίγραφο της Σίμπα, αν και θάπρεπε να τον λέμε
Βούδα από το χαρακτήρα του και έκτοτε μας υποδεχόταν με την σοφή του ευγένεια
στην είσοδο της αυλής κάθε που φθάναμε στο χωριό. Του βάζαμε σταθερά τροφή έξω
από την πόρτα μας έτσι που κι άλλα γατιά άρχισαν να συχνάζουν στην αυλή μας.
Πρώτα πρώτα δυο Σιμπόπουλα, φοβιτσιάρικα αρχικά, πιο τολμηρά
αργότερα, και μετά κάμποσα άλλα μπαινόβγαιναν. Αντίθετα με τις φήμες τα θηλυκά
ερχόντουσαν μόνο για φαί και ποτέ δεν έκαναν φιλικά καμώματα, γεννούσαν νεαρά
αδελφάκια εμφανιζόντουσαν και μετά εξαφανιζόντουσαν, διατηρώντας μια ισορροπία
άσχετη με τη δική μας παρουσία.
Δεν ήθελα να καταντήσουμε σαν κάποια φίλη που είχε 50 γατιά στην αυλή ξόδευε μια περιουσία για τις τροφές τους και -αν και τα πήγαινε στον κτηνίατρο σε κάθε τους αρρώστια και για στείρωση- ο αριθμός τους μεγάλωνε με γεωμετρική πρόοδο κάθε χρόνο.
Πιστεύω ότι τα ζώα πρέπει να ζουν όσο πιο φυσικά γίνεται τη δική τους ζωή με τους δικούς τους κανόνες και δεν γεννήθηκαν για να μας παρηγορούν τις ώρες τις μοναξιάς μας. Και φυσικά κάθε άνθρωπος, ακόμη και ο πιο αχάριστος, δικαιούται από το συνάνθρωπο περισσότερη φροντίδα από το πιστότερο κατοικίδιο.
Δεν ήθελα να καταντήσουμε σαν κάποια φίλη που είχε 50 γατιά στην αυλή ξόδευε μια περιουσία για τις τροφές τους και -αν και τα πήγαινε στον κτηνίατρο σε κάθε τους αρρώστια και για στείρωση- ο αριθμός τους μεγάλωνε με γεωμετρική πρόοδο κάθε χρόνο.
Πιστεύω ότι τα ζώα πρέπει να ζουν όσο πιο φυσικά γίνεται τη δική τους ζωή με τους δικούς τους κανόνες και δεν γεννήθηκαν για να μας παρηγορούν τις ώρες τις μοναξιάς μας. Και φυσικά κάθε άνθρωπος, ακόμη και ο πιο αχάριστος, δικαιούται από το συνάνθρωπο περισσότερη φροντίδα από το πιστότερο κατοικίδιο.
Κι έπειτα ήλθε ο Ασπρούλης εισαγόμενος από την Αθήνα. Τον
βρήκε η κόρη μου σε ένα έρημο πάρκο στο Δαφνί, σκαρφαλωμένο σ’ ένα δέντρο με
μιαν αγέλη άγριων σκύλων ν’ απειλεί να τον κατασπαράξει. Άπλωσε το χέρι της κι
εκείνος κατέβηκε στην αγκαλιά της, τον πήρε σπίτι της, αλλ’ αποδείχθηκε πολύ
άτακτος κι έτσι καταδικάστηκε να εξοριστεί στο χωριό όπου ήδη πια μέναμε εκεί
τον περισσότερο καιρό.
Λευκός και γαλανομάτης κέρδισε τη συμπάθεια των παιδιών της
γειτονιάς που σταματούσαν στην αυλή για να χαϊδέψουν το γαλανομάτη γάτο. Ο
Άσπρούλης όμως σε αντίθεση με το Σίμπο που μειλίχια κυριαρχούσε στην αυλή,
άρχισε να καυγαδίζει με οποιαδήποτε γάτα πλησίαζε την περιοχή του, με
αποτέλεσμα ν’ αποκτήσει πολλές και βαθιές πληγές, που αυτόματα επουλωνόντουσαν,
ενώ επιδεινωνόντουσαν όταν προσπαθούσαμε να τις περιποιηθούμε φαρμακευτικά.
Ομηρικοί καυγάδες γίνονται στην περιοχή και μέρα νύχτα, όχι μόνο το Γενάρη, ακούς ουρλιαχτά, ηδονής ή επιθετικότητας, τελικά όλα μοιάζουν ακριβώς όπως και στον κόσμο των ανθρώπων. Οι γούνες τους φουντώνουν ή αραιώνουν ανάλογα με την εποχή και βρίσκουν τρόπο να επιβιώνουν ακόμη και το βαρύ χειμώνα.
Ομηρικοί καυγάδες γίνονται στην περιοχή και μέρα νύχτα, όχι μόνο το Γενάρη, ακούς ουρλιαχτά, ηδονής ή επιθετικότητας, τελικά όλα μοιάζουν ακριβώς όπως και στον κόσμο των ανθρώπων. Οι γούνες τους φουντώνουν ή αραιώνουν ανάλογα με την εποχή και βρίσκουν τρόπο να επιβιώνουν ακόμη και το βαρύ χειμώνα.
Τελικά στην αυλή μόνιμοι κάτοικοι είχαν μείνει, ο Σίμπος, ο
Σιμπάκος που απέκτησε και το προσωνύμιο Μουτζουρομύτης, όταν η μύτη του άρχισε
νάναι μόνιμα μουτζουρωμένη, και ο Ασπρούλης.
Κάποια στιγμή παρατήρησα με έκπληξη ότι ο Ασπρούλης επιχειρούσε σεξουαλική σχέση με το Σιμπάκο, που αρχικά το ανεχόταν, κάθε φορά που ερχόντουσαν για φαί.
Από τη στιγμή που ο Σιμπάκος έπαψε ν΄ ανέχεται αυτή την προσέγγιση, ο Άσπρος δεν τον άφηνε ούτε να μπει στην αυλή μας, έτσι που αναγκαζόμαστε να του βάζουμε στο πεζοδρόμιο λίγο φαί κι εκείνος ερχόταν κυριολεκτικά σαν τον κλέφτη έπαιρνε τρομαγμένος μια μπουκιά και έτρεχε να κρυφτεί ξανά στο απέναντι χάλασμα.
Κάποια στιγμή παρατήρησα με έκπληξη ότι ο Ασπρούλης επιχειρούσε σεξουαλική σχέση με το Σιμπάκο, που αρχικά το ανεχόταν, κάθε φορά που ερχόντουσαν για φαί.
Από τη στιγμή που ο Σιμπάκος έπαψε ν΄ ανέχεται αυτή την προσέγγιση, ο Άσπρος δεν τον άφηνε ούτε να μπει στην αυλή μας, έτσι που αναγκαζόμαστε να του βάζουμε στο πεζοδρόμιο λίγο φαί κι εκείνος ερχόταν κυριολεκτικά σαν τον κλέφτη έπαιρνε τρομαγμένος μια μπουκιά και έτρεχε να κρυφτεί ξανά στο απέναντι χάλασμα.
Ο Ασπρούλης όσο περισσότερες ουλές αποκτούσε τόσο και το
θράσος του περίσσευε, αφού άρχισε να επιτίθεται και στον Σίμπο που αρχικά
αντιδρούσε μειλίχια, μέχρι που -όντας βαρέων βαρών- τον πήρε στο κυνήγι κι έκτοτε μοιράζονταν την
περιοχή με μια συμβιωτική σχέση αμοιβαίας καχυποψίας.
Όσο εκείνοι πάχαιναν, τόσο ο Μουτζουρομύτης λίγναινε
εξόριστος στο χάλασμα καρτερώντας πότε θα του βάλουμε λίγη τροφή, όταν έλειπαν
οι άλλοι γάτοι, για να τσιμπήσει πάντα
τρομοκρατημένος.
Μέχρι που και πάλι πρόβαλε μόλις μας είδε στην αυλή. Του
βάλαμε τροφή στο πιατάκι του έξω από την μάντρα ήλθε, έφαγε μια μπουκιά κι
έτρεξε να κρυφτεί απέναντι δίχως να προσέξει το φορτηγό που πέρασε. Τον χτύπησε
στο πόδι και την κοιλιά κι εκείνος θρηνώντας στράφηκε στο γειτονικό ρέμα κι
εξαφανίστηκε στην πυκνή βλάστηση.
Δεν ξανακούστηκε στο κλάμα του, ούτε και απάντησε στις
επικλήσεις μας. Νοιώσαμε ενοχή γιατί ίσως, αν δεν παρεμβαίναμε, να επιβίωνε
στην άγρια γατοκοινωνία, τρώγοντας από τα σκουπίδια, που μόνιμα ξεχειλίζουν τους πάντα γεμάτους
σκουπιδοτενεκέδες της οικονομικής μας κρίσης.
Στην αυλή μας σαν τον κλέφτη εμφανίστηκε μια γκρίζα γάτα.
Είναι έγκυος. Ο Άσπρος της επιτρέπει να τρώει από το πιατάκι του, αφού ρίξει
μια στάλα ούρα στη γωνιά, κάτω από τη χελιδονοφωλιά μας. Μου φαίνεται ότι σε
λίγο θ’ αποκτήσουμε κι άλλα γαλανομάτικα γατάκια στο χωριό. Τα γονίδια των
γάτων εμπλουτίζονται!!! Νέοι κύκλοι αντιπαράθεσης θα ξεκινήσουν. Ζούγκλα και η
κοινωνία των γατιών.
Μαρία Αρβανίτη Σωτηροπούλου
μια γλύκα ανάρτηση αυτούνη
ΑπάντησηΔιαγραφήέτσι ακριβώς