Απορίες ενός αγίου

 ….Άθελά του σκέφθηκε την εικόνα του αγίου Φραγκίσκου της Ασίζης ξυπόλυτου και ρακένδυτου μπροστά στο εκτυφλωτικό μεγαλείο του Πάπα.
    -Αλίμονο, αλίμονό σου δύστυχε! μουρμούρισε. Πώς τόλμησες να κάνεις τέτοια σύγκριση, εσύ, ο τελευταίος αμαρτωλός; Εσύ, που ντύνεσαι την ταπεινότητα με την ελπίδα της αιώνιας δόξας, εσύ, που υποδέχεσαι το θάνατο με τη βεβαιότητα της αθανασίας, εσύ που εξευτελίζεσαι επειδή σούπαν πως μόνο έτσι θ’ ανυψωθείς;
    Κοίταξε απ’ το παράθυρο την πολιτεία που κοιμόταν γαληνεμένη.
  -Άγιος στ’ αλήθεια είναι ο φτωχός, που ξενυχτά στο στρώμα ακούγοντας το κλάμα του παιδιού του που πεινάει.
    Άγιος στ’ αλήθεια είναι ο άντρας που συγχωρά κι αγκαλιάζει με πάθος τη γυναίκα που μόλις τον πρόδωσε.
     Άγια στ’ αλήθεια είναι η γυναίκα που ανέχεται το μπεκρή, την ώρα που μεθυσμένος της γυρεύει ικανοποίηση, αυτόν που τη χτυπά και την εξευτελίζει κι αυτή το στόμα της κλειστό να μη το μάθουν τα παιδιά, να μη το δει ο κόσμος.
     Άγιος στ’ αλήθεια είναι ο άθεος που με τη σιγουριά, πως πέρα από το θάνατο δεν τον προσμένει τίποτε, προσφέρει το κορμί του λίπασμα στις γενιές των ανθρώπων που μήτε τα’ όνομά του ποτέ θα μάθουν.
Άγιος στ’ αλήθεια είναι ο ληστής, που μια στιγμή μπρος στο κατώφλι του θανάτου κλέβει από τα χέρια του θεού τον ίδιο τον παράδεισο.»
Ο ουρανός κρεμόταν πάνωθέ του σιωπηλός θαρρείς κι αφουγκραζόταν τις σκέψεις του.
-Τι ελάχιστοι που είμαστε σε αυτή την απεραντοσύνη! Μικρός που είναι ο κόσμος στου θεού την παλάμη! Και ο Θεός πόσο θα γελά συγκαταβατικά με όλα αυτά που πιστεύουμε μεγάλα κι άλυτα προβλήματα! Πόσο λιγόψυχοι και μικρόκαρδοι γινόμαστε! Σ’ ένα σύμπαν που χορεύει αρμονικά, αιώνες τώρα το χορό της δημιουργίας, τέλειο ως την τελευταία λεπτομέρεια, πώς θα μπορούσαμε μεις να ξεφύγουμε παράφωνα από τη μελωδία της αγάπης Του;
Και όμως Χριστέ μου! Πόσο με βασανίζει η σκέψη αν ο Ιούδας τελικά θα μπορούσε να ξεφύγει τον προορισμό του ή τι θα στοίχιζε στον κόσμο η σωτηρία του προδότη! 
Θα γλίτωνε ο προδότης για να χάσει η ανθρωπότητα ένα θεό; 
Ποιος θεός θα επέτρεπε μια τέτοια συναλλαγή; 
Γιατί ο γιος του Αβραάμ από της Σάρα νάχει πιότερα προνόμια από το γιο της δούλας; Γιατί να οδηγήσεις του εβραίους και όχι κάποιους άλλους στη γη της επαγγελίας; 
Γεννιόμαστε κάτω από τ’ άστρο μας, όπως Εσύ γεννήθηκες κάτω απ’ το δικό Σου; 
Πώς θ’ άφηνες στην τύχη ή στα χέρια μας τα έργα των χειρών Σου; Όλα έχουν σκοπό στη φύση. Και οι λύκοι και τα όρνια και τα ερπετά και τ’ αδύναμα ελαφάκια. Όλοι. Κι οι μεροκαματιάρηδες κι οι βασιλιάδες κι οι δεσποτάδες κι οι φονιάδες. Καθένας πρέπει να παίζει το ρόλο του όσο καλύτερα μπορεί.
Συγχώρα με, Θεέ μου, μα νομίζω πως τον Παράδεισο μας τον χαρίζεις, δεν τον κατακτούμε.

Απόσπασμα
Από το βιβλίο μου «το Φως του κόσμου» Αθήνα 1987

Μαρία Αρβανίτη Σωτηροπούλου

Σχόλια

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ο γιος σου στο Ναυτικό

Ο Τηλέμαχος από τη Δίβρη δεν έφυγε ποτέ

Τα Λουβιάρικα της Σαντορίνης