Με το Μάρτη στο δάχτυλο
Με το Μάρτη στο δάχτυλο
Ίσως η αυγή να μας συντρόφευε στ’ απορημένα βλέφαρα της καρτερίας.
Η αριθμητική νικήθηκε απ’ της ελπίδας το φτεροκόπημα.
Η αλήθεια διπλομανταλώθηκε στην κόψη της σιωπής.
Το άρωμα του κρίνου πρόδωσε της άνοιξης τον ψίθυρο κι ο ύπνος μας τραβάει ατ’ ανοιχτά, εξαφτέρουγα τρεχαντήρια.
Το ξεχασμένο ποτήρι στη γωνιά πληγώνει την ευαισθησία του καθωσπρεπισμού μας κι αυτά τα ρούχα που ξεχειλίζουν στα συρτάρια μετρούν την εγκατάλειψη. Κείνα τα αποκαμωμένα παπούτσια στο παρκέ βουλιάζουν στάζοντας την κούραση της ημέρας.
Οι νύχτες οι παρθενικές βρόγχος στο λαιμό κι αυτό το φως της μέρας, που δε λέει να τελειώσει, προκαλεί για απόδραση τελειωτική.
Μάταια συλλαβίζουν τα καναρίνια στο μπαλκόνι. Κανείς δεν ακούει τη φλυαρία του γαρύφαλλου. Οι γλάστρες στεγνές απ’ τον ίδρω της νύχτας κι οι αυλόθυρες σφαλιχτές στου διαβάτη τη χαρά.
Κάποια ταξίδια που μαράθηκαν πριν ανηφορίσουμε της ανάγκης τα στενά. Κάποια λιμάνια βαλτωμένα που θάμπωσαν τις αστραφτερές προθέσεις μας, κάποιοι βουρκωμένοι ουρανοί που φυλάκισαν τις ευαισθησίες μας. Κάποια σιωπηλή άνοιξη που φτερούγισε δίχως ν’ ασπαστεί τη μέρα της Λαμπρής, κείνο το αυγό που κουράστηκε να καρτερεί το βράδυ της Ανάστασης, κείνο το μαχαίρι που στόμωσε στην κόψη της ελπίδας, κείνο το παιδί που βιάστηκε να γεννηθεί κι η θλίψη που δεν κουράζεται να παραμονεύει πίσω απ’ τα πατζούρια της αμφιβολίας.
Με το Μάρτη στο δάχτυλο ψυχανεμίζομαι την αμφισημία του.
Μαρία ΑρβανίτηΣωτηροπούλου
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου