Ζητείται σύγγραμμα για συγγραφέα

Ζητείται σύγγραμμα για συγγραφέα

«Ζητείται σύγγραμμα για συγγραφέα» Κάπως έτσι θα έγραφαν στις εφημερίδες στη στήλη με τις Μικρές αγγελίες, πλάι στο «Ζητείται οικιακή βοηθός», «Απωλέσθη κανίς χρώματος λευκού, ακούει στο όνομα Μπιμπί, ο ευρών αμοιφθήσεται» πλάι στο «Νέος ευπαρουσίαστος, οικονομικώς ανεξάρτητος, 45 ετών ζητεί νέαν απαραιτήτως ωραίαν, μορφωμένην, καλλιεργημένην, γνωρίζουσα πιάνο και ρυθμικήν, φιλόζωον, με γαλανούς οφθαλμούς και μελαχροινήν όψιν, με προίκα τριόροφον εις κεντρικήν περιοχή, όχι μεγαλυτέρα των 25, σκοπός ο γάμος», πλάι στα αμέτρητα «ζητείται» των ανέργων και τα λιγοστά «ζητείται» κάποιων εργοδοτών, που έχουν πιθανότατα ήδη προσλάβει τους «ζητείται» τους. Μα κει κάπου κάτω κάτω στη γωνία με μικρά γράμματα θα τόβαζαν και θα πλήρωνα το αντίτιμο της δημοσίευσής του.
Γιατί όχι; Όλα τα προσόντα τα είχα. Χρήμα, τ’ όνομα του μακαρίτη του πατέρα μου (μέγας δημοσιογράφος τω καιρώ εκείνω) οι παλιές γνωριμίες να ντεμπουτάρουν στην τηλεόραση κι η ερωμένη μου μεγάλη σταρ στο σινεμά. Έγραψα και πεντέξι χαζοσήριαλ, που τάχαωαν σαν κουραμπιέδες, με τη γνωστή πετυχημένη συνταγή: ο άπορος νέος, η πλούσια κόρη, οι κακοί γονείς, η άπονη κοινωνία, το έκθετο παιδί που τελικά έχει πλούσια οικογένεια.. (Πάντα ο λαουτζίκος ηδονίζεται στη σκέψη ότι μόνο οι πλούσιοι παρεκτρέπονται σεξουαλικά, λες και το σεξ είναι βολική πόρτα εισόδου στην καλή κοινωνία) η πόρνη που πάντα είναι άγγελος που παραστράτησε και δε θέλει να κάνει ότι κάνει, λίγο σεξ, λίγο δάκρυ, λίγο γέλιο και με μιας το έργο γράφεται και προβάλεται στο τρεμάμενο φως της τηλεοπτικής λυχνίας μια φορά τη βδομάδα!
Σκάρωσα και μια δεκαριά τόμους με διηγήματα «παρμένα από την ίδια τη ζωή» κέρδισα τον τίτλο του μεγάλου συγγραφέα. Όνομα είχα, φήμη απόκτησα, πήρα και θέση στην Ακαδημία πράμα καθόλου δύσκολα, αν ειχες για συμμαθητή (και τα κολέγια γιαυτό υπάρχουν) κοτζάμ πρωθυπουργό και μάλιστα από αυτούς που δεν εκλέγονται κάθε 4 χρόνια. Μ’ έκαναν και διευθυντή σε μια από αυτές τις μεγάλες εταιρείες ακαθορίστου αρμοδιότητας, έχτισα βίλα στο Κεφαλάρι, πλάι στους πολιτικούς (για να τους μπαίνω στη μύτη) πήρα και λιμουζίνες, μια για μένα και δυο για τη νεαρή σύντροφό μου (η όμορφη νέα σύζυγος πρέπει νάχει όλες τις ανέσεις, ως και ιδιόκτητη γκαρσονιέρα για να μπορεί διακριτικά να σε απατά) και τώρα δα στη δύση της ζωής μου (τι μ’ έπιασε;) να θέλω κάτι να φτιάξω λέει σημαντικό, να μείνει αθάνατο σαν θα πεθάνω.
Σκέφθηκα, σκέφθηκα, λοιπόν και τ’ αποφάσισα. Διάβασα άπληστα όποιο νέο βιβλίο άγνωστου συγγραφέα έβγαινε στην πιάτσα, ξεχώρισα κάνα δυο που μου φάνηκαν σημαδιακά κι άρχισα τις βολιδοσκοπήσεις, τα παζάρια, τους εκβιασμούς. Οι πιο πολλοί ήταν απένταροι, μα ήτανε τόσο κουτοί, που πίστευαν ότι κάποτε η αξία τους θα λάμψει στον κόσμο των τενεκέδων, που τους κυκλώνει. ‘Αλλοι είχαν χρήματα κι άλλοι φάνηκε ότι κάπποιος άλλος έγραφε γιαυτούς (αυτοί θα πρόκοβαν, είχαν μπει απ’ την αρχή στα κόλπα του επαγγέλματος.
Τελικά έπεσα στην περίπτωση. Ήτανε μια μικρή μόλις 18 χρόνων. Μούφερε -στο χειρόγραφο η ανόητη- για να κρίνω το έργο της, ένα μυθιστόρημα, που όμοιό του δε διάβασα τα τελευταία 50 χρόνια. Αν το τύπωνε εκείνη κανείς δε θα το διάβαζε. Γιατί να διαβάσει κάποιος τα παιδιαρίσματα ενός παιδιού; Με το δικό μου όνομα όμως σίγουρα θα γίνονταν μπεστ σελερ. Έβαλα λοιπόν την υπογραφή μου δίχως αναβολή (ούτε χτένισμα δε χρειάστηκε η δακτυλογράφηση) και με καθαρή συνείδηση τόστειλα στον εκδότη μου. Σε λίγο οι χιλιάδες τα αντίτυπα δεν προλάβαιναν να εξαντλούνται.
Η μικρή δεν τόλμησε νάρθει να μου ζητήσει το λόγο, άλλωστε δεν είχε καμμιάν απόδειξη πως έγραψε αυτό το έργο κι έπειτα ποιος θα την πίστευε; Σε τέτοιες δουλειές το παν είναι η νομική κάλυψη.
Δεν την ξανάδα και ούτε πια θυμάμαι το πρόσωπό της. Είχε ένα άχαρο σουλούπι. Θυμάμαι μόνο το ειρωνικό χαμόγελο της γυναίκας μου, όταν την είδε στο γραφείο μου. Είναι αλήθεια. Δεν ξέρω να διαλέγω τις φιλενάδες μου, όπως αυτή τους εραστές της. Πάντα μου τόλεγε και πάντα με εκνεύριζε. Μα τ’ όνομά της το κράτησα. Όνομα κοινό κι ασήμαντο, όπως κι εκείνη. Όνομα απρόσωπο κομένο και ραμένο στα μέτρα μιας γυανίκας πλασμένης για τη μετριότητα. Κούλα Κουλούρη. Θα παντρευόταν κάποιο γελοίο υποκείμενο, θα στρωνόταν στην κουζίνα, θ’ αράδιαζε καμια ντουζίνα παιδιά, δεν έχασε και πολλά πράγματα απ’ τη ζωή της. Γιατί, ναι, ξέχασα να το αναφέρω, προχθές διάβασα στις εφημερίδες, με μικρά γράμματα, στη στήλη απέναντι από τις μικρές αγγελίες, πως μια μικρή Κούλα Κουλούρη, αυτοκτόνησε, κόβοντας τις φλέβες της. Τι κοινός τρόπος αυτοκτονίας! Δίχως καμμία πρωτοτυπία, δίχως καμμιάν ομορφιά.
Έτσι είναι σε αυτό τον κόσμο. Τα λιοντάρια πρέπει να βασιλεύουν, τα φιδια να σέρνονται, τα ελάφια να πεθαίνουν. Αδύνατο να γυρίσει κανείς τον κόσμο ανάποδα. Αλίμονο αν κάποιος τα κατάφερνε!
Όσο για τη μικρή νοιώθω ικανοποιημένος. Τουλάχιστον είχε την ικανοποίηση πως το έργο της πέρασε στην αθανασία, έστω και με τη δική μου υπογραφή. Έπρεπε να το ξέρει. Αλιώτικα δε γίνονταν.

 περιλαμβάνεται στη συλλογή διηγημάτων "Ο Θηλυκός άνθρωπος"


Μαρία Αρβανίτη Σωτηροπούλου

Σχόλια

  1. Agni Zisidou ΕΞΑΙΡΕΤΟΝ !!!!!!!
    Δεν μου αρέσει · Απάντηση · 1 · 5 ώρες

    Annitsa Varchalama Arvaniti ΥΠΕΡΟΧΟ!
    Δεν μου αρέσει · Απάντηση · 1 · 3 ώρες

    Γιαννης Μπιρμπας Τοσο πραγματικο!!
    Δεν μου αρέσει · Απάντηση · 1 · 2 ώρες

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ο γιος σου στο Ναυτικό

Ο Τηλέμαχος από τη Δίβρη δεν έφυγε ποτέ

Τα Λουβιάρικα της Σαντορίνης