Μανώλης Αυτιάς ή Λούης Ένας αυθεντικός αναρχικός
Μανώλης Αυτιάς ή Λούης
Ένας αυθεντικός αναρχικός
Σήμερα κηδεύεται ο φίλος μας, Μανώλης, γνωστός στο πανελλήνιο σαν Λούης, ο αληθινός ήρωας του 'βαμμένα κόκκινα μαλλιά" του Μουρσελά.
Τον πρωτογνώρισα στα Μικροβιολογικά του Οίκου Ναύτη, που τότε δούλευα σαν υπεύθυνη γιατρός. Δε ζήτησε καμιάν εξυπηρέτηση, όπως συνήθως οι ναυτικοί. Αν και βρεθήκαμε στενότερα γνωστοί μέσω της αδελφής του Δέσποινας, με την οποία είχαμε συνυπηρετήσει στο Σταθμό Αιμοδοσίας του Τζαννείου δε ρώτησε για την υγεία του. Άλλωστε συνήθιζε να κοροϊδεύει την κάθε του ασθένεια. Να κλείνει το μάτι στο θάνατο σα νάχε το μυστικό να τον ξορκίσει. Τον είχε ξεγελάσει αρκετές φορές, έλεγε. Δεν έμοιαζε να τον φοβάται.
Είχε ακούσει, είπε, για τις αντιπυρηνικές πρωτοβουλίες και τα βιβλία μου και ήλθε με μιαν αγκαλιά βιβλία, που όλα είχαν με τον θαρρείς παιδικό γραφικό του χαρακτήρα, την αφιέρωση «Με πελαγίσιο θαυμασμό κι αγάπη Λούης»
Έτσι υπέγραφε. Όχι με τ’ όνομά του, αλλά Λούης, με τ’ όνομα της Κατοχής και των αγώνων. Έτσι ήταν και τα παραμύθια, που μας ιστορούσε κάθε φορά. Δεν ξεδιάλυνες την αλήθεια από το ψέμα. Να ομορφαίνουν τη ζωή. Η δημοσιότητα που πήρε από το βιβλίο του Μουρσελά και το σήριαλ τον διασκέδαζε. Προτιμούσε να μιλά για τις κουβέντες, που έκανε με το συγγραφέα. Για την αντικειμενική παρουσίαση του κόσμου. Που δεν υπήρχε κατά τη γνώμη του. Γιατί η αλήθεια είναι προσωπική. Γιαυτό και μετά το θάνατο της αδελφής του Δέσποινας, μου εμπιστεύθηκε φωτοτυπίες από τα τετράδιά της. Για να δω τη δική της άποψη για τη ζωή που ο ίδιος μου ιστορούσε. Γιατί ο κόσμος της κάθε γυναίκας του φαινόταν το ίδιο αξεδιάλυτο μυστήριο κάθε φορά και κάθε γυναίκα ήταν πιθανά «αραβωνιάρα» του.
Αργότερα πήγε στο νυχτερινό γυμνάσιο. Το απολάμβανε που ήταν ο πιο μεγάλος μαθητής. Και ο χειρότερος, καυχιόταν. Με γνώρισε και στους συμμαθητές του. Ενθουσιαζόταν με τη σχολική διαδικασία, λες και ξαναβρισκόταν σε μια νιότη χωρίς την πείνα και την Κατοχή.
Έτσι σιγά σιγά με έσμιξε με το Πέραμα. Με καλούσε σε θεατρικές παραστάσεις, διοργάνωνε εκδηλώσεις σε σχολειά και συλλόγους, όπου μιλούσα, με μύησε στη ζωντανή καλλιτεχνική ζωή του Περάματος, την μεζεδοκανάνυξη πλάι στο Μουράγιο και τις γοητευτικές συνθέσεις του Αντώνη Μόρφογλου.
Οι κουβέντες του ισορροπούσαν στο σουρεαλισμό, αλλά είχαν αυθεντική σοφία και ποίηση που δε θα τιμηθεί με οποιοδήποτε βραβείο πέρα από τις γλυκές άσβεστες μνήμες των ανθρώπων, που τον γνώρισαν. Και αυτή είναι η μόνη δικαίωση στη ζωή κάθε ανθρώπου.
Μαρία Αρβανίτη Σωτηροπούλου
καλημέρα
ΑπάντησηΔιαγραφήας είναι ελαφρύ το χώμα που θα τον σκεπάζει