To Ντο της Νίκης. Παραμύθι
To Ντο της Νίκης
Παραμύθι
Μια φορά κι ένα καιρό ήταν μια νότα. Τις ξέρετε τις νότες; Αυτές τις μικρές κουκιδίτσες, που άλλοτε κολυμπάνε στ’ άσπρα ποταμάκια κι άλλοτε γαντζώνονται σαν τα χελιδόνια στις γραμμές του πενταγράμμου; Ήταν ένα Ντο. Έτσι το φωνάζαν όλοι. Γεννήθηκε ένα πρωί, που η μικρή Νίκη μάθαινε το πιάνο της. Η Νίκη είναι ένα ξανθόμαλλο κοριτσάκι που πάει νηπιαγωγείο. Η γιαγιά της, που πολύ την αγαπά της αγόρασε για δώρο στη γιορτή της ένα ολόκληρο πιάνο και η μαμά της φώναξε μια πολύ ευγενική δασκάλα με γελαστά μάτια να της το μαθαίνει.
-Αυτό λοιπόν είναι το Ντο, είπε η δασκάλα δείχνοντάς της ένα άσπρο πλήκτρο που ήταν πάντα μπροστά από δυο μαύρα. Μόλις το δακτυλάκι της Νίκης πάτησε το πλήκτρο το δικό μας Ντο πετάχτηκε δισταχτικά αλλά χαρούμενα στον αγέρα. Τα μάτια της Νίκης έλαμπαν από περηφάνια.
-Έμαθα το Ντο, έμαθα το Ντο, φώναξε χαρούμενα και χτύπησε τα χέρια της.
Η μαμά της βγήκε από την κουζίνα και τη φίλησε
-Μπράβο Νίκη, της είπε γελαστά. Για να το ξανακούσω.
Και η Νίκη πιο σίγουρα τούτη τη φορά πάτησε το πλήκτρο και η νότα μας Ντο οοο, πήδηξε πάλι από το πιάνο χαρωπά. Ήταν τόσο περήφανο το Ντο. Δεν ήταν καμιά συνηθισμένη νότα. Ήταν η πρώτη νότα που βγήκε από τα δαχτυλάκια της Νίκης.
-Για δες, Νίκη μου, μήπως υπάρχουν και άλλα Ντο στο πιάνο;
Η Νίκη κοίταξε προσεκτικά και, ναι, πάλι άγγιξε το πιάνο κι ένα άλλο Ντο, πιο βραχνό, κι έπειτα άλλο ένα πιο ψιλό, κι έπειτα ένα άλλο τσιριχτό, κι άλλο βαθύ βγήκαν στο δωμάτιο.
Το πρώτο Ντο λυπήθηκε που δεν ήταν πια μόνο του. Η Νίκη ευχαριστημένη άρχισε να πατά όλα τα Ντο στη σειρά, πού και πού της ξέφευγε και κανένα Ρε και η δασκάλα τη διόρθωνε. Το δικό μας Ντο λυπήθηκε. Μόνο που δεν έκλαιγε! Η Νίκη πια δε νοιαζόταν γιαυτό το πρώτο Ντο που σχημάτισαν τα δαχτυλάκια της.
Τα χρόνια περνούσαν. Η Νίκη πια μεγάλωσε, έγινε σωστή δεσποινιδούλα. Φορούσε το καλό της φόρεμα και είχε τα ξανθιά της μαλλιά ψηλά δεμένα. Τα δάχτυλά της φτερούγιζαν πάνω στο πιάνο. Έδινε το πρώτο της ρεσιτάλ. Έπαιζε ένα πολύ δύσκολο κομμάτι. Όλοι την άκουγαν σοβαροί. Οι νότες αγκαλιασμένες χόρευαν στην αίθουσα με τους κρυστάλλινους πολυελαίους. Μαζί τους κι εκείνο το πρώτο Ντο.
Πόσος καιρός πέρασε από κείνη την πρώτη μέρα! Στην αρχή το Ντο μας θυμωμένο δεν ήθελε να σμίξει με τ’ αδέλφια του, τις άλλες νότες. Πείσμωνε και δεν υπάκουε στα δαχτυλάκια της Νίκης. Προσπαθούσε να ξεφύγει. Ήθελε νάναι το μοναδικό, να μην αγαπάνε άλλη νότα. Πίστευε ότι ήταν το καλύτερο, το πιο σωστό Ντο του πενταγράμμου, ούτε ψιλό, ούτε βαθύ, το σωστό, αρμονικό Ντο που θάπρεπε όλοι να τραγουδούν. Η Νίκη προσπαθούσε να το υποτάξει. Πότε το χάιδευε με το δαχτυλάκι της, και πότε το χτυπούσε τόσο δυνατά πούμοιαζε να πονάει. Ήθελε να παίξει τέλεια τούτο το δύσκολο κομμάτι. Τα δάχτυλά της πονούσαν, μα δε σταματούσε λεφτό. Ώσπου στο τέλος αγκάλιασε το κεφάλι της κι έσκυψε κλαίγοντας στο πιάνο. Ένα καυτό δάκρυ της έπεσε πάνω στο δύστροπο Ντο, το ζέστανε και τόκανε να νιώσει τέτοια ντροπή για την κακή του συμπεριφορά.
Η Νίκη έκλαψε για λίγο, μα έπειτα σκούπισε τα μάτια της και ξανάρχισε τη μελέτη. Οι νότες υπάκουες, έβγαιναν σωστά από τα δάχτυλά της. Η Νίκη χαμογέλασε. Ήταν ξανά φίλοι με το αγαπημένο της Ντο.
Το ρεσιτάλ τελείωσε. Ο κόσμος όλος σιωπηλός πρόσεχε την κάθε νότα που πετούσε απ’ το πιάνο. Και ήλθε η στιγμή του τέλους. Το τελευταίο Ντο έμεινε ώρα πολλή στον αέρα κι αμέσως πολλά χειροκροτήματα το αγκάλιασαν, το σήκωσαν ψηλά ως τον ουρανό.
Η Νίκη συγκινημένη δεχόταν φιλιά και συγχαρητήρια. Το τελευταίο Ντο των χειροκροτημάτων, το πρώτο Ντο της Νίκης χαμογελούσε περήφανο απ’ το πιάνο αγκαλιασμένο με τ’ αδέλφια του, τις άλλες νότες.
Μαρία Αρβανίτη Σωτηροπούλου
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου