Anorexia nevrosa

Εκπτώσεις στο πολυκατάστημα και οι πιστωτικές κάρτες συνωστίζονται σε αλυσίδες από καροτσάκια που σέρνουν το χορό στην ψευδαίσθηση της ευμάρειας. Ο αγέρας καυτός κι ο ήλιος κόκκινος. Ο ουρανός καστανός στη γεωγραφία της γης του πυρός, που περιγράφεται από ανόθευτο γαλάζιο. Θάμπος, λες και ο ίδιος ο θεός αποφάσισε να ενσαρκωθεί. Εκπτώσεις 50% και προσφορές προκαλούν να φορτωθείς το άχρηστο, να γευτείς το απαγορευμένο, που τώρα φαίνεται προσιτό.
«Μια ζωή με το αίμα μου τόχτιζα αυτό το σπίτι. Και τώρα; Πώς ξαναρχίζεις από την αρχή;» αναρωτιέται ηλικιωμένη γυναίκα στην τηλεοπτική οθόνη δίπλα στις δόσεις για κομπιούτερ. Ίσως ακριβώς γιαυτό αγοράζουμε και την επόμενη προσφορά του πολυκαταστήματος. Να το δοκιμάσουμε κι αυτό πριν γίνουμε στάχτη.
Στα σκαλιά του καταστήματος δίπλα στον πάγκο υποδοχής των άδειων μπουκαλιών ένα πλάσμα που υλοποιήθηκε από εφιάλτες. Μια γυναίκα, όπως μαρτυρούν τουλάχιστον τα ρούχα της, ακαθορίστου ηλικίας, παραμορφωμένη από την αδυναμία με μεγάλα μάτια, καμπουριασμένο κορμί και σκελετωμένα άκρα, ακριβώς όπως οι μορφές των τριτοκοσμικών πεινασμένων ή όσων πέθαιναν στην Κατοχή από πείνα. Η παρουσία της είναι πρόκληση, η ύπαρξή της σοκ ανάμεσα σε τόσους παχύσαρκους και με φόντο τις κομψά μανεκέν των διαφημίσεων. Κρατά στο χέρι ένα σάντουιτς και κάνει ότι το μασά ανόρεκτα. Δε ζητιανεύει φανερά. Ένας σωρός από κέρματα δίπλα της μαρτυρεί ότι αυτό ίσως προσδοκά. Την οικονομική μας ενίσχυση. Όχι η ίδια. Κανείς ευτυχώς δε φθάνει ακόμη σε αυτό το στάδιο απίσχνανσης σήμερα στην Ελλάδα από πείνα. Υπάρχουν επαίτες, ρακοσυλλέκτες, ζητιάνοι αλλά για όλους υπάρχει ένα κομμάτι ψωμί ακόμη κι αν χρειαστεί να ψάξουν στα σκουπίδια. Οι άνθρωποι που εκθέτουν την αρρώστια της προσδοκούν το κέρδος. Πράττουν σοφά.
Παχουλές κυρίες και προγάστορες κύριοι φορτωμένοι με τα καλούδια των προσεχών διακοπών σπεύδουν να ξεφορτωθούν την ενοχή μεγαλώνοντας το όρος των κερμάτων πλάι της. Εκείνη ούτε που τους βλέπει. Συνεχίζει να υποκρίνεται ότι μασά το άφθαρτο σάντουιτς. Είναι ανορεξική. Αντίθετα με το άπληστο πλήθος, που δε χορταίνει να καταναλώνει, εκείνη, σε αντίστιξη με τα γενικό αίσθημα, δεν επιθυμεί ούτε τα αναγκαία.
Λένε ότι έτσι καταλήγουν οι νεαρές κοπέλες που πασχίζουν να μοιάσουν με τις καλλονές της μόδας. Αρρώστια κι αυτή της εποχής. Να πεθάνεις από την πείνα, μέσα στην αφθονία, επειδή αρνείσαι τον ίδιο σου τον εαυτό, επειδή θες να γίνεις κάτι άλλο.
Κανείς δεν έσκυψε πάνω απ’ αυτό το πλάσμα να το ρωτήσει τι κάνει καθισμένη στα σκαλιά, τι θέλει. Κανείς δεν ψάχνει για μπελάδες. Ήθελε γιατρό, αλλά και αν κάποιος είχε το χρόνο να την πάει σε κάποιο νοσοκομείο, τώρα δε νοσηλεύεται κανείς, ούτε ετοιμοθάνατος αν δεν προπληρώσει το 50% του κόστους νοσηλείας. Έτσι όλοι συνέχισαν ν’ αποθέτουν τον οβολό τους με κάποια ντροπή, δίχως να τολμούν να την κοιτάξουν. Δεν έχουν άδικο.
Ποιος είπε ότι τα προβλήματα στη ζωή τελειώνουν επειδή στις εκπτώσεις γεμίζεις με κουρελάκια το καροτσάκι του σούπερ μάρκετ; Αρκεί, ένας σεισμός, μια πυρκαγιά, ένα ατύχημα, μια αρρώστια, μια απόλυση από τη δουλειά, μια αλλαγή στο νόμο των συντάξεων και βρίσκεσαι και συ καθισμένος στα σκαλιά του σούπερ μάρκετ. Και τότε μακάρι σαν τη γυναίκα να μη πεινάς για τίποτε. Το μαρτύριο θα είναι να συνεχίσεις να τα θες όλα, όπως σήμερα. Και μάλιστα να κυνηγάς «για σένα πάντα το καλύτερο» όπως μας λένε οι διαφημίσεις
Μαρία Αρβανίτη Σωτηροπούλου

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ο γιος σου στο Ναυτικό

Ο Τηλέμαχος από τη Δίβρη δεν έφυγε ποτέ

Τα Λουβιάρικα της Σαντορίνης