Μνήμη Πλατείας Ιπποδαμείας


Κυριακή πρωί ο Πειραιάς ονειρεύεται. Μεταναστεύει στις ανατολίτικες μνήμες του.  Αποτινάσσει το ζυγό του καθωσπρεπισμού, μοσκοβολά  γνησιότητα, σαλπάρει για το παντοτινό. Η άσφαλτος απορρίπτει τη ρουτίνα των τροχοφόρων κι ενδύεται γιορταστικά την αγορά της φτήνιας. Γεφυρώνει την αυθεντικότητα των αραβικών σουκ με τα βαλκανικά παζάρια. Εξωτική πραμάτεια για πολύχρωμους πελάτες λουλουδίζει κάτω από τέντες που ανεμίζουν διαλαλώντας τις τιμές. Δακτυλικό αποτύπωμα της πόλης που ενηλικιώθηκε φτωχομάνα  Οικογένειες εμπόρων της μιας μέρας συναλλάσσονται μ’ ευπρέπεια. Ο πυρετός  του χρηματιστηρίου δεν αγγίζει τα παραπήγματα της σκόλης που δοξάζουν την ευτελή αφθονία. Οδύσσεια της αναζήτησης. Όλα και τίποτε. Σε κέρματα η απόλαυση. Στη διαπασόν κασετόφωνα, εποχιακή πραμάτεια, στιγμιαίος κορεσμός. Το περιττό θησαυρίζουμε, θριαμβευτές της ευκαιρίας. Πλαστογραφήσεις επωνύμων ακουμπούν σ’ αιγυπτιακούς πατατοπαπύρους κι εξωτικά μπιχλιμπίδια μοσκοβολούν μαϊμούδες αρώματα. Τολμηρά εσώρουχα κυματίζουν πολύχρωμες φαντασιώσεις στις νοικοκυρές που παζαρεύουν κεντήματα της μηχανής και παιδικά φθηνόρουχα.. Καλλυντικά και μπισκότα, ηλεκτρικά και χαλιά, συνονθύλευμα αναγκών, μωσαϊκό εθνοτήτων. Θέατρο ζωής όπου το ράσο δεν κάνει τον παπά κι οι άνθρωποι αναδύονται εκ των έσω. Ψευτοκοσμήματα λαθραία και παλιά περιοδικά, βουνά παπουτσιών και πλοία φορεμάτων, πανσπερμία ηδονών. Ψευδαίσθηση της ευμάρειας, παράδεισος κατανάλωσης, μίμηση πλούτου, θρίαμβος της αυτάρκειας, παρηγοριά στο μόχθο. Το γλειφιτζούρι των παιδικών ονείρων μας, προσιτό κι όμως απαγορευμένο. Εμμονή στην αυθεντικότητα, αντοχή στις σειρήνες των πολυκαταστημάτων. Στο παζάρι, όπου πια δεν παζαρεύεις την τιμή, η περιπέτεια κι ο θρίαμβος της ανθρώπινης επαφής  πάνω στην επιδειξιολαγνεία της ετικέτας, που έκθαμβη μας ευλογεί από τις γιγαντοαφίσες.

Μαρία Αρβανίτη Σωτηροπούλου

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ο γιος σου στο Ναυτικό

Ο Τηλέμαχος από τη Δίβρη δεν έφυγε ποτέ

Τα Λουβιάρικα της Σαντορίνης