Η αλλαγή στο ρόλο του συγγραφέα λόγω Ιντερνετ

ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΣΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΙΝΤΕΡΝΕΤ
«- Γράφεις τίποτε καινούργιο; ρωτάνε φίλοι και γνωστοί. Λες και το πρόβλημα για ένα γραφιά είναι το αν γράφει....
Μα για μας, τους εραστές του λόγου, το να γράφουμε είναι αναγκαίο, όσο και το να αναπνέουμε. Άσχετα αν μετά σχίζουμε ή καταχωνιάζουμε σ' αραχνιασμένες γωνιές τα προϊόντα του πνευματικού μας μόχθου. Το πρόβλημα, για μας, είναι το πώς τούτες οι φαντασμαγορικές εκρήξεις της ψυχής μας θα καταυγάσουν και τις γειτονικές καρδιές. Το πώς θα σμίξουμε με τον κόσμο μες απ' τα γραφτά μας.
Ο συγγραφέας είναι συνήθως άτομο μοναχικό. παίρνει νυστέρι και μικροσκόπιο κι αναλύει την ανθρώπινη ψυχή, παίρνει πινέλο και τη ζωγραφίζει. Πώς όμως ο πίνακάς του θα βρεθεί κάτω απ' τον προβολέα της δημοσιότητας;
Το βιβλίο είναι ένα είδος εμπορικό. Ο εκδότης είναι έμπορος, τέχνης ή κακογουστιάς, προπαγάνδας ή προβληματισμού, οπισθοδρόμησης ή προοδευτικότητας. Και σαν κάθε εμπορικό είδος το βιβλίο υπακούει στους κανόνες ζήτησης και προσφοράς, προβάλλεται μες απ' την πλύση εγκεφάλου των μαζικών μέσων ενημέρωσης. Το βιβλίο δεν είναι το χειρόγραφο που μοιράζεις στους φίλους σου ή διαβάζεις σε λογοτεχνικά τέια, μα το σώμα της λογοτεχνικής δημιουργίας που αυτοδύναμα συνδιαλέγεται με τον κάθε αναγνώστη. Κι όπως πάντα τονίζω, θέλω ξανά να επισημάνω πως η αρετή του βιβλίου, που θα το διασώσει απ' τον ηλεκτρονικό αφανισμό είναι ακριβώς τούτη. 'Ότι το βιβλίο είναι ένας φίλος πολύμορφος. Σαν τη νότα που ηχεί διαφορετικά μες από κάθε μουσικό όργανο, ακόμη και μες απ' το ίδιο μουσικό όργανο, ανάλογα με την ψυχική διάθεση του εκτελεστή του.
Για να φτάσει όμως το βιβλίο στα χέρια του αναγνώστη, ο συγγραφέας του πρέπει να περάσει από πολλές περιπέτειες και εξευτελισμούς. Στον τόπο μας πάντα λειτουργούσαν αυτό που λέμε κυκλώματα. Λογοτεχνικές παρεούλες, συντροφιές που αλληλοϋποστηρίζονται, που αλληλοστηρίζονται στο στυλ του «γράψε μου να σου γράψω", περιοδικά που ο συγγραφέας ή ο εκδότης στέλνει μαζί με το προς κρίσιν βιβλίο και τη λιβανιστική κριτική, και τις στημένες δυσφημίσεις για να τονιστεί η δημοσιότητα και ν' αρχίσει διάλογος για την αξία του έργου που θ’ αναγκάσει και τον πιο αδιάφορο ν' αγοράσει, κλίκες που συνδέονται στενά με οικονομικούς και πολιτικούς παράγοντες, που γλύφουν την κάθε εξουσία κι επιβάλουν την κοσμοθεωρία του συρμού και το καλούπι έκφρασής της. Η ελευθερία έκφρασης του συγγραφέα είναι ένας μύθος.
- Μπορείς να γράφεις ότι θες, αρκεί να τα κρατάς για τον εαυτό σου. Αυτό μας λένε. Αν θελήσεις να τα δημοσιεύσεις, θ' ακούσεις κριτικές τύπου "είναι πολύ ιδεαλιστικό ή πολύ επαναστατικό" σαν ιδέα, και "είναι πολύ κλασσικό ή πολύ ερεθιστικό " σαν τεχνική. Και σ' αναγκάζουν να ενταχθείς σε κάποιο σχήμα, να υποκύψεις σε κάποιες πιέσεις, να ξεσκονίσεις κάποιους κριτικούς, να υποκλιθείς σε κάποιους φτασμένους.
Κανείς συγγραφέας δεν έχει οικονομικό όφελος απ' τα βιβλία του. Αντίθετα πάρα πολλοί πληρώνουν για να τα εκδώσουν. Και το τραγικό είναι ότι ακόμη και σ' αυτή τη δεύτερη περίπτωση βρίσκουν τις πόρτες ερμητικά κλειστές. Τα βιβλιοπωλεία δε δέχονται να φιλοξενήσουν βιβλία που δεν πατρονάρονται από κάπου κι αν ενδώσουν και κρατήσουν δυο τρία αντίτυπα, ποτέ δεν αποδίδουν στο συγγραφέα την αξία αυτών των ελάχιστων που πούλησαν.
Κι αρχίζεις κι αναρωτιέσαι, πως ίσως να μην έχεις τίποτε να πεις, ίσως να μην τα λες καλά. 'Ίσως αυτοί οι άνθρωποι να έχουν δίκιο. Αφού δεν πουλάς!
Μα απ' την άλλη, βλέπεις αυτούς που πουλάνε, πώς πουλάνε, τι λένε!
Βλέπεις, πως αυτοί που διαβάζουν τα κείμενά σου συγκινούνται, ερεθίζονται, διακρίνεσαι σε κάποιο διαγωνισμό με ψευδώνυμο, λες , "δε μπορεί, κάτι θ' αξίζω" κι αρχίζεις να εμφανίζεις σχιζοφρενικές απόψεις για το δικό σου μόχθο και τα προϊόντα του. Δεν είναι τυχαίο πως πολλοί μεγάλοι συγγραφείς, μόνο μετά θάνατο δικαιώθηκαν κι ότι πολλές φορές ένα τυχαίο γεγονός τους καταξίωσε.
'Όλες αυτές οι ρομαντικές ιστορίες των πεινασμένων συγγραφέων είναι δυστυχώς ρεαλιστικές. Γιατί ο συγγραφέας είναι ένας ερημίτης . Χρειάζεσαι κάποιαν απόσταση για να καταγράψεις τις εντυπώσεις σου. Χρειάζεσαι ηρεμία για να γλύψεις τις πληγές που η ζωή σε χάραξε. Κι αν δε νοιώσεις στο πετσί σου τη ζωή, αν δε δεις κατάματα τους ανθρώπους, δε μπορείς να τα ζωντανέψεις στο χαρτί.
'Όλοι αυτοί οι κύριοι που αλωνίζουν μ' ένα ποτήρι ποτό τα λογοτεχνικά σαλόνια ζουζουνίζοντας κολακείες τι μπορεί να ξέρουν για το δράμα της ανθρώπινης ζωής; Ποιαν αισθητική υπηρετούν; Ποιαν ιδεολογία;
Εμείς, οι συγγραφείς, διψάμε για την επικοινωνία μες απ' τα κείμενά μας κι όμως νοιώθουμε παγιδευμένοι σαν έντομα που χτυπιούνται σε γυάλινους τοίχους.
Είμαστε ουσιαστικά ακάλυπτοι μπροστά στην αυθαίρετη χρησιμοποίηση των κειμένων μας από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Γιατί κανείς δε μας ρωτά, αναδημοσιεύοντας κείμενά μας, κανείς δε μας πληρώνει συγγραφικά δικαιώματα για τέτοιες αναδημοσιεύσεις και φυσικά είναι γελοίο να καταφύγεις στη Δικαιοσύνη για κάτι τέτοιο. Η απάντηση είναι ειρωνική κι υποτιμητική.
-Θάπρεπε να μας χρωστάς που δημοσιεύσαμε κάτι δικό σου, κι όχι να μας ζητάς τα ρέστα.
'Έχω προσωπική εμπειρία, όταν μια γειτόνισσα με ρώτησε αν έδωσα σε γνωστό γυναικείο περιοδικό διήγημά μου από βιβλίο μου που είχε εκδοθεί πριν από δέκα χρόνια. Κανείς δε μου ζήτησε την άδεια, κανείς δε με ενημέρωσε από τη σύνταξη του περιοδικού, και φυσικά κανείς δε δικαιολόγησε τη διαμαρτυρία μου.
Τι θα μπορούσε να γίνει σ' όλα τούτα τα προβλήματα; θα με ρωτήσετε.
Δεν είμαι σίγουρη πως μπορώ ακόμη ν' απαντήσω σ' αυτό το γρίφο.
Οι συγγραφείς δεν είναι εργάτες για να συνδικαλιστούν και να πιέσουν με τις απεργίες τους. Οι συγγραφείς δεν έχουν αποκλειστική απασχόληση τη συγγραφή, ζουν από κάποιο άλλο επάγγελμα. Οι συγγραφείς δεν έχουν ιδέα από δημόσιες σχέσεις, επιχειρήσεις ή εμπόριο. Δρουν με το ένστικτο, σ' ένα τομέα που δεσπόζουν σκληροί εμπορικοί ανταγωνισμοί.
'Έτσι όπως έχουν σήμερα τα πράγματα, φοβάμαι πως στην πλειοψηφία οι φελλοί επιπλέουν, γιατί ο αναγνώστης παρά την εκδοτική έκρηξη, δεν έχει ευχέρεια επιλογής. Πελαγώνει σ' ένα καταιγισμό τίτλων και άγεται σε κάποια προκαθορισμένα πεδία. Και το χειρότερο πολλές φορές σε απωθητικά πειραματικά πεδία.
Εγώ, που αγαπώ το βιβλίο, που διαβάζω πολλά βιβλία, είναι φορές που ντρέπομαι γιατί αγόρασα κάποιο απ' αυτά ή το εγκαταλείπω στα μισά.
Δε θέλω να πω μ' αυτό πως η τέχνη του λόγου πρέπει να πάψει να πειραματίζεται σ' εκφραστικούς τρόπους. Όμως νομίζω, πως πρέπει να πάψει να υπερτονίζεται αυτή η προσπάθεια. Πρέπει, νομίζω, ο αναγνώστης νάρθει σε στενή επαφή με όλα τα βιβλία. Κι αυτό θα γίνει μόνο μέσα από ένα πυκνό δίκτυο δανειστικών βιβλιοθηκών , που πρέπει να καλύψει κάθε σχολειό, κάθε χωριό και κάθε πόλη.
Δεν δικαιολογώ τους φόβους ορισμένων, πως έτσι θα μειωθούν οι εισπράξεις των βιβλιοπωλείων. Το βιβλίο το χαϊδεύεις, το κοιμίζεις αγκαλιά, ή σε κοιμίζει, δέχεται τους λεκέδες απ' τα δάκρυα που σου προκάλεσε και τα τσακίσματα απ' τα νευρικά σου δάκτυλα. Το βιβλίο, που αγαπάς, σίγουρα θα το αγοράσεις , για να τόχεις στο ράφι σου ή για να το χαρίσεις. Το βιβλίο αυτό όμως πρέπει εσύ, και μόνο συ, να το διαλέξεις. Και σ' αυτό το πεδίο πρέπει να μην επεμβαίνει κανείς. Πρέπει να υπάρχει ευχέρεια επιλογής με δημοκρατικές διαδικασίες και ίσους όρους.
Θα γίνει αυτό κάποτε;
Στη χώρα της ουτοπίας, που ζούμε μεις, οι γραφιάδες, μάθαμε πάντα να ελπίζουμε.»
Aυτά έγραφα πριν από πάνω από ένα τέταρτο του αιώνα. Και τώρα όλα άλλαξαν. Και πρώτα απ’ όλα η δική μου σχέση με το Ίντερνετ. Ενθουσιάστηκα. Σα να πρωταντίκρυσα ανθισμένη μυγδαλιά. Θάθελα να χορέψω μόλις ανακάλυψα ότι με ένα κλικ μπορώ να διαβάσω δωρεάν και με στοιχεία που εγώ επιλέγω (σε μιαν ηλικία πια όπου τα μικρά γράμματα είναι πρόβλημα) τα άπαντα παλιών αγαπημένων λογοτεχνών, όπως ο Καβάφης, ο Βιζυηνός και τόσοι άλλοι, σε πολυτονικό, με σχόλια και βιογραφικές πληροφορίες.
Είχα ήδη συνηθίσει το Ίντερνετ. Κρυφά περηφανεύομαι γιατί στο μπλογκ μου κάνουν κλικ πάνω από 200 άτομα κάποιες ημέρες και όταν βλέπω ότι προωθούνται και σε άλλες ιστοσελίδες. Δεν ξέρω αν διάβαζαν τόσοι τα κείμενά μου ακόμη και όταν δημοσιευόντουσαν σε εφημερίδα μεγάλης κυκλοφορίας. Δεν ξέρω αν πραγματικά διαβάζουν το κείμενο ή αν ελκύονται από τη φωτογραφία ή τον τίτλο. Είναι όπως και με τα βιβλία. Δεν ξέρεις πόσοι αγοραστές είναι και αναγνώστες. Τουλάχιστον με το ‘Ιντερνετ έχεις κάποιες άμεσες αντιδράσεις, κάποια σχόλια, κάποιες προτάσεις, κάποιες αντιδράσεις, μερικές φορές κάποιες εντελώς άστοχες ή διαστρεβλωμένες παρατηρήσεις.
Το Ίντερνετ είναι δημοκρατικό. Εξισώνει το λογοτέχνη με τον λογοπλόκο, τον ειδικό με τον άσχετο. Αυτό ήταν ο μεγάλος φόβος μου. Η προς το παρόν έλλειψη δικτύου ασφάλειας για την εγκυρότητα οποιασδήποτε πληροφορίας. Σε επιστημονικό επίπεδο και ειδικά σε θέματα υγείας προβάλλονται ισότιμα οι θέσεις των ειδικών και των τσαρλατάνων και το κοινό δε μπορεί να διακρίνει τη διαφήμιση από την τεκμηρίωση. Στο λογοτεχνικό επίπεδο τώρα διαφημίζονται από εκδοτικούς οίκους και ιντερνετικές βιβλιοαγορές οι περισσότερες παλιές εκδόσεις, χωρίς καν να ερωτηθούν οι συγγραφείς. Δε με ενοχλεί. Είναι όπως με τη μουσική ή τις ταινίες. Πάντα πίστευα ότι ο πολιτισμός πρέπει να διοχετεύεται δωρεάν. Το πώς θα πληρώνονται οι συντελεστές της καλλιτεχνικής δημιουργίας, αυτό είναι κάτι που το ίδιο το μέσον θα αναδείξει. Ίσως μέσω διαφημίσεων ίσως με άλλους τρόπους. Πάντως οι κλασσικοί πρέπει να βρίσκονται δωρεάν σε πρώτη ζήτηση. Ίσως με τη μεσολάβηση του κράτους και των πανεπιστημίων, αφού διαφημίζουν ότι στήνουν πανελλήνια την ιντερνετική παιδεία. Πάντως η εποχή των βιβλιοθηκών φαίνεται ότι τελείωσε οριστικά ειδικά για τα παιδιά.
Και τι θα γίνει σε τη διακοπή του ρεύματος; Θα ρωτούσε κάποιος. Κάποτε ρουφούσαμε τη γνώση ακόμη και στο φως του σπαρματσέτου.
Μα ότι έγινε με ôην πυρπόληση της Αλεξάνδρειας. Το Ιντερνετ διδάσκει την ασημαντότητα της κάθε επικαιρότητας. Τα κείμενα ανεβοκατεβαίνουν στα δίκτυα αναζητήσεων με ταχύτητες αστραπής. Για κάποιους από τους παλιούς τα γκρίγκλις είναι ύβρις. Τα κείμενα μεταφράζονται κακότεχνα από το αυτόματο σύστημα και κυκλοφορούν σε όλη τη γη. Πώς να καταλάβει η αναγνώστριά μου από την Ινδία κάποιες ποιητικές μου δημοσιεύσεις; Θα πρέπει ν’ αρκούμεθα ξανά στις στοιχειώδεις απόπειρες επικοινωνίας σε ένα διεθνές αγγλικό υπόβαθρο. Το δημοφιλές εξαντλείται άμεσα και το κλασσικό αμφισβητείται. Το αριστούργημα πάντα ήταν αριστοκρατικό προνόμιο (χρειάζεσαι χρόνο και παιδεία για να διακρίνεις και ν‘ απολαύσεις το κάλλιστο), αν και τα τελειότερα επιτεύγματα πχ το αρχαίο δράμα, δημιουργήθηκαν στη δημοκρατία. Ίσως στο βάθος τίποτε δεν άλλαξε. Μόνο που όλα επιταχύνονται. Στο κάτω κάτω στην ανθρώπινη ζωή, όλα καπνός και στάχτη. Όλα διαλύονται και χωρίς το πάτημα του delete. Αρκεί να πάψεις το like.

Μαρία Αρβανίτη Σωτηροπούλου

Σχόλια

  1. Νικος Φαραζης Καλησπέρα Μαρία. Με το μολύβι, το χέρι σμιλεύει σαν τον γλύπτη το γραπτό, φτιάχνει αυτό που γράφει...

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ο γιος σου στο Ναυτικό

Ο Τηλέμαχος από τη Δίβρη δεν έφυγε ποτέ

Τα Λουβιάρικα της Σαντορίνης