Στον κήπο των Εσπερίδων
Στον κήπο των Εσπερίδων Με λένε Αίγλη, παιδί της Νύχτας και του Έσπερου, εγώ μια Εσπερίδα, νύμφη, της Γαίας σύντροφος, προορισμένη να καρποφορώ το θαύμα. Κάτω απ’ τις φούστες τρύγησες τα χρυσά μου μήλα. Ξεφλούδισες με τα δόντια τον πικρό φλοιό, βύζαξες το χυμό μου. Το λυγερό κορμό αγκάλιασες κάτω απ’ τον πράσινο ουρανό των ταξιδιάρικων φύλλων, όπου βάραιναν οι μυρωδάτοι ήλιοι του χειμώνα, με στόλιζες την αέναη ανθοφορία ποτίζοντας τις ρίζες μου με τον ιδρώτα των άθλων σου, οργώνοντας τη γη μου με το υνί των ονείρων σου για ν’ απλωθώ πεντάμορφη στους επτά ουρανούς, καρποφόρα κι έκθετη στη βουλιμία των θνητών, γυμνή στους πέντε ανέμους, διψασμένη για πάθος, χορτασμένη οδύνη, ευάλωτη στην τρυφερότητα των αγγιγμάτων σου, έκπληκτη απ’ τη βουλιμία των επιθυμιών, τρομαγμένη απ’ τις επισημάνσεις της λογικής, παράτολμη στη βακχική μανία σου, υποτακτική στη νηνεμία, επαναστατημένη στην παραφορά της καταιγίδας, απαιτώντας τα πάντα κι αρκούμενη στο ελάχιστο, λοιδορώντας τον έρωτα κι ιχν...